Πέμπτη

Αυγούστου 31: Η Κατάθεση της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου


Για την ανάμνηση και το γεγονός της Κατάθεσης της αγίας Ζώνης της Θεοτόκου, διάβασε εδώ

Ο μήνας της Παναγίας, ο μέγας και πολύς Αύγουστος, κλείνει με μια εορτή στην μνήμη της: την ανάμνηση της κατάθεσης της Τιμίας Ζώνης. Αύριο εισοδεύουμε και πάλι σε ένα νέο εκκλησιαστικό έτος και δεόμαστε για ευφορία των καρπών, ειρηνικό ενιαυτό, όμβρους και προστασία της φύσης. Και η προσκύνηση της Ζώνης της Παναγίας και η προσευχητική μέριμνα της Εκκλησίας για τα έργα και τις απολαυές του ανθρώπου, αλλά και για το κτιστό υλικό περιβάλλον, μας αποκαλύπτουν πώς η Εκκλησία δεν βρίσκεται στον πλατωνικό κόσμο του ιδεατού και του αφηρημένου. Μας υπενθυμίζουν την σπουδαιότητα και την ιερότητα της ύλης πού αγιάζεται εντός της βασιλείας του Θεού.Μας θυμίζει δε το αιώνιο ζητούμενο: την αποκατάσταση κάθε πενίας, αποστέρησης και αδικίας.

Αρχή και τέλος της σωτηρίας η Θεοτόκος, ανοίγει και κλείνει με τις εορτές της το εκκλησιαστικό έτος. Είναι σαν σαν να περιζώνει με την φοβερά προστασία της, όλα τα έργα και την ενιαύσια μαρτυρία της Εκκλησίας και υπερβαίνοντας με την αφθαρσία της τον χρόνο μας συναβιβάζει πρός την ατελεύτητη βασιλεία του Υιού και Θεού της


ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΝΙΑΥΤΟΥ

Τρίτη

Αυγούστου 29: Αποτομή της Τιμίας Κεφαλής του Προδρόμου



Oύτος ο μέγας Πρόδρομος του Kυρίου, εμαρτυρήθη υπό του Δεσπότου Xριστού, ότι είναι μεγαλίτερος από όλους τους εκ γυναικός γεννηθέντας ανθρώπους, και περισσότερος από τους Προφήτας. Oύτος είναι οπού εσκίρτησεν εκ κοιλίας μητρός του, και εκήρυξε τον Xριστόν εις τους ζωντανούς ανθρώπους οπού ευρίσκοντο εν τη γη, και εις τας ψυχάς των αποθανόντων, οπού ευρίσκοντο εν τω Άδη. Oύτος λοιπόν ήτον υιός Ζαχαρίου του Aρχιερέως και Eλισάβετ, γεννηθείς εξ επαγγελίας του Aρχαγγέλου Γαβριήλ. Aπεκεφαλίσθη δε σήμερον υπό του Hρώδου Aντίπα, επειδή και ήλεγχεν αυτόν διά την παράνομον μίξιν της Hρωδιάδος. Oύτος γαρ είναι ο μέγας Iωάννης εκείνος, οπού ήτον ενδεδυμένος την αγιότητα από αυτήν την κοιλίαν της μητρός του. Oύτος είναι οπού είχεν εις την ψυχήν του εγκάτοικον την παρθενίαν και καθαρότητα, και οπού ηγάπησεν εγκαρδίως την σωφροσύνην. Oύτος είναι οπού ήσκησε την νηστείαν και ατροφίαν, και εχώρισε τον εαυτόν του από κάθε συναναστροφήν ανθρώπων. Oύτος είναι οπού εκατοίκησεν εις την έρημον, και συναναστρέφετο με τα άγρια θηρία, και εσκεπάζετο από τας τρίχας της καμήλου, και έζωνε την μέσην του με ζώνην δερματίνην. Oύτος είναι, οπού είχε την τροφήν του ετοίμην και αυτοσχέδιον ωσάν τα πετεινά, και οπού ηξιώθη να υπερβή τους όρους της φύσεως, και να βαπτίση τον καθαρόν και αμόλυντον Xριστόν, τον πάσης επέκεινα φύσεως. Aυτός λέγω ο τοσούτος και τηλικούτος Άγιος, επειδή εμελέτα πάντοτε τον Nόμον του Θεού, διά τούτο και όλα του κόσμου τα πράγματα τα ενόμιζε δεύτερα και κατώτερα από την φύλαξιν του θεϊκού αυτού νόμου.
     O Hρώδης λοιπόν τετράρχης ων της Iουδαίας, με το να ήτον πολλά ασελγής και ακόλαστος, επήρε γυναίκα Φιλίππου του αδελφού του, εις καιρόν οπού αυτός ο αδελφός του εζούσεν ακόμη, και εις καιρόν οπού εκείνος είχε θυγατέρα με την Hρωδιάδα. Tα οποία και τα δύω ήτον πράγματα εναντία του θείου Nόμου. Όθεν ο μέγας Πρόδρομος κινηθείς από ζήλον ένθεον, και αρματωθείς με τα άρματα της αληθείας, έλεγε προς τον ασελγή βασιλέα. Δεν είναι συγχωρημένον εις εσέ, να έχης την γυναίκα του αδελφού σου. Tούτον δε τον ελεγμόν μη υποφέρωντας ο Hρώδης, έδεσε τον χαριτώνυμον Iωάννην, και έβαλεν αυτόν εις φυλακήν, παρακινούμενος εις ταύτα από την ακόλαστον μοιχαλίδα την Hρωδιάδα. Eις καιρόν δε οπού εωρτάζετο από τον Hρώδην και τους αυτού άρχοντας, η ημέρα κατά την οποίαν εγεννήθη, εσυγκροτήθη τράπεζα πλουσία, και συμπόσιον φιλήδονον, το οποίον εξεκύλισε τον Hρώδην εις μέθην και αφροσύνην. Tότε ήλθε και η θυγάτηρ της Hρωδιάδος, και εχόρευσεν έμπροσθεν του βασιλέως. Όθεν μισθός εδόθη εις αυτήν διά τον άσεμνόν της χορόν, ο φόνος, φευ! του μεγάλου Προφήτου. Παρευθύς λοιπόν εφέρθη εις το μέσον της τραπέζης επάνω εις τζανάκι, η Προδρομική κεφαλή του Δικαίου, στάζουσα ακόμη από τα αίματα, και σιωπηλώς ελέγχουσα τον Hρώδην, ήτις εδόθη εις την ακόλαστον και μοιχαλίδα γυναίκα. Eγίνοντο δε ταύτα εις την Σεβαστούπολιν, ήτις απέχει από την Iερουσαλήμ μιάς ημέρας διάστημα, όπου και ο μετά τον Hρώδην βασιλεύσας τετράρχης, έκτισε τα βασιλικά του παλάτια, και το ρηθέν προφητοκτόνον ετελέσθη συμπόσιον. Eκεί δε και το πάντιμον και άγιον Σώμα του μεγάλου Προδρόμου εκηδεύθη από τους ιδίους του μαθητάς, και εβάλθη εις τον τάφον ευλαβώς και εντίμως. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εις τον Προφητικόν του Nαόν, τον ευρισκόμενον εις τόπον καλούμενον Φορακίου
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Το σημερινό ευαγγέλιο μας πληροφορεί πώς ο Ηρώδης σέβοταν και αγαπούσε τον Πρόδρομο και ηδέως( με ευχαρίστηση) άκουγε αυτόν. Πώς συνδυάζεται αυτός ο σεβασμός και η αγάπη με το γεγονός πώς τον κρατούσε δέσμιο, δεν έδωσε απόλυση στην παράνομη γυναίκα του και συνέχιζε να φέροταν τυρρανικά; Αν τον αγαπούσε δεν θα τον υπάκουε, ως γνήσια φωνή του Θεού; Το ζήτημα είναι πώς αυτά τα συναισθήματα του Ηρώδη ανήκαν στην σφαίρα της δεισιδαιμονίας. Έβλεπε τον Ιωάννη σαν κάτι εξωτικό και θαυμάσιο πού θα τον τιμωρούσε.Συνηγορούσαν και οι τύψεις συνειδήσεως και η δημοφιλία του Προδρόμου στον λαό.'Αλλωστε ο ίδιος ο Ηρώδης έφτασε στο παρανοϊκό σημείο να πιστεύει πώς ο Χριστός ήταν η μετενσάρκωση του Προδρόμου.Πολλές φορές βλέπουμε πώς όσο πιό ψηλά ανεβαίνει κάποιος άνθρωπος, όση εξουσία περισσότερη λαμβάνει, ειδικά αυτή αν είναι κεκτημένη επί πτωμάτων, τόσο πιό πολύ ανησυχεί να μην τα χάσει όλα, να μην γλυστρίσει η κορόνα από το κεφάλι. Σύνηθες φαινόμενο. Πόσοι και πόσοι ηγέτες και ηγετίσκοι δεν παρακαθίζουν παρά τους πόδας των γερόντων για να λάβουν περγαμηνές δημοφιλίας ή απαντήσεις καθησυχαστικές για την βασιλεία τους; Πόσοι και πόσοι ηγετίσκοι και ηγέτες δεν καταφέυγουν σε μέντιουμ και "πνευματικούς" συμβούλους για συμφιλίωση με το μεταφυσικό και το άγνωστο; Το μέλλον τους ταράσσει, το παρελθόν τους ελέγχει, η εξουσιομανία τους ορίζει. Και ο λαός τους μιμείται στις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες.Απόδειξη της ρηχής αυτής παραπνευματικότητας του είναι πώς για μια γυναίκα τα λησμόνησε ξαφνικά όλα:φόβους. φοβίες και σεβασμούς.Και παρέδωσε χωρίς δισταγμό αυτόν πού αγαπούσε στο θάνατο.

Μη φοβάστε και μην λυπάστε όταν σας διώκουν για το Όνομα Ιησούς.Ο Βαπτιστής σκοτώθηκε και σήμερα τον τιμούν όλες οι θρησκείες και είναι ο κορυφαίος των προφητών και των αγίων και η δόξα του είναι ουράνια και αιώνια. Αντιθέτως, πού είναι ο Ηρώδης και η Ηρωδιάδα; Σκόνη στον άνεμο και ψυχές αλύτρωτες.Ποιός θυμάται τον αλαζόνα βασιλιά της Γαλιλαίας; Ποιάς Γαλιλαίας και ποιόν βασιλιά;Αυτός τότε διέταζε και είχε στα χέρια ζωή και θάνατο και τώρα μνημονεύεται μόνον από τις γραφές και αυτό για να στιγματιστεί η κακία του. Τί είχε ο Πρόδρομος υλικό; Τίποτα! Εξουσία;Ήταν από παιδί στην έρημο. Περιουσία;Είχε μόνο μια προβιά και ζωνη δερμάτινη και έτρωγε ακρίδες και μέλι άγριο.Θρόνο; Ο Θρόνος του ήταν ο τάφος του επί του οποίου κήρυττε την μετάνοια. Και όμως αυτός πού δεν είχε τίποτα κατείχε τα πάντα, γιατί ήταν το Στόμα του Θεού.Ενώ ο Ηρώδης πού ζούσε στα χρυσά και την πορφύρα και διέταζε χάρη ή θάνατο, σήμερα είναι ένα μηδέν, χώμα στο χώμα και στάχτη επί στάχτης. Μην θαυμάζετε θρόνους, σκήπτρα, σπαθιά και εξουσίες. Όλα αυτά θα τα γκρεμίσει ο θάνατος, θα τα καταφάγει ο χρόνος και θα τα σκεπάσει η λήθη.Όποιος μελλοθάνατος παριστάνει τον θεό, θα πεθάνει μέσα σε ατιμία και στις κατάρες των πολλών.Ενώ όποιος ακολουθήσει την οδό των δικαίων , η δόξα του θα παραμείνει αιώνια.Ο θρόνος και η δύναμη συνεπάγεται άγχος μεγάλο και τρόμο εξάρτησης για να μην χαθούν και σβήσουν και εγκλήματα πού σαν μέσα "αγιάζουν "αθλιους σκοπούς. Αυτός πού έχει την ελπίδα του μόνον στον Κύριο, ζεί με την ακράδαντη πεποίθηση της νίκης.

Δευτέρα

Αυγούστου 28: Μωϋσέως Αιθίοπος Οσίου



Ο όσιος Μωυσής ήταν αγορασμένος δούλος κάποιου πλούσιου κτηματία. Είχε χαρακτήρα σκληρό και δύστροπο και καθημερινά δημιουργούσε πολλά προβλήματα, ώσπου το αφεντικό του αγανάκτησε και τον πέταξε στον δρόμο. Ο Μωυσής βρήκε καταφύγιο σε μια ληστοσυμμορία και με την τεράστια σωματική του δύναμη δεν άργησε να επιβληθεί και να γίνει ο αρχηγός της.

Κάποτε, κυνηγημένος από τα όργανα της εξουσίας, για τα πολλά του εγκλήματα, πήγε να κρυφτεί βαθειά στην έρημο όπου ζούσαν οι πιο ονομαστοί ασκητές. Η συναναστροφή του με τους αγίους τον έκανε σιγά - σιγά να ημερεύσει. Τον επισκίασε η Χάρη του Θεού, γιατί η μετάνοια είναι ώρα Χάριτος, μαλάκωσε η καρδιά του, μετανόησε πραγματικά και ζήτησε την λύτρωση. Η αλλαγή του ήταν ριζική και σε σύντομο χρονικό διάστημα έφτασε στα μέτρα των μεγάλων Πατέρων της ερήμου. Μετά το βάπτισμα αξιώθηκε να λάβει και την Χάρη της Ιεροσύνης.

Σε ηλικία 75 ετών έφυγε από την πρόσκαιρη αυτή ζωή με τρόπο βίαιο και μαρτυρικό. Ειδωλολάτρες ληστές εισέβαλαν στο σπήλαιο που ασκήτευε και τον σκότωσαν με μαχαίρια. Και στο σημείο αυτό επαληθεύθηκε, για άλλη μια φορά, ο λόγος του Χριστού προς τον Απόστολο Πέτρο: «πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀποθανοῦνται» (Ματθ. κστ, 52).

Οι δύο μεγάλες αρετές που τον κοσμούσαν ήταν η αληθινή μετάνοια και η βαθειά ταπείνωση. Μέχρι την τελευταία του αναπνοή «έκλαιε πικρώς» για τις αμαρτίες του και θεωρούσε τον εαυτό του κατώτερο όχι μόνον από τους ανθρώπους, αλλά και από αυτήν την άλογη κτίση. «Η συναίσθησις της αμαρτίας ημών είναι μέγα δώρον του Ουρανού, μεγαλύτερον και της οράσεως των αγγέλων... Η μετάνοια είναι ανεκτίμητον δώρον προς την ανθρωπότητα... Δια της μετανοίας συντελείται η θέωσις ημών. Τούτο είναι γεγονός ασυλλήπτου μεγαλείου» (Αρχιμ. Σωφρονίου, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, σελ. 40 και 46). Ο Μωυσής αξιοποίησε κατά τον καλύτερο τρόπο το ανεκτίμητο αυτό δώρο και έφθασε στην θέωση, στην όραση του Θεού.

Αρκετά περιστατικά από τον βίο και την πολιτεία του φανερώνουν την ριζική αλλαγή του τρόπου της ζωής του. Άλλωστε αυτό σημαίνει μετάνοια. Αλλαγή τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής. Αξίζει να αναφέρουμε ένα από αυτά: «Κάποτε, τέσσερεις ληστές, παλιοί σύντροφοί του, μπήκαν στην καλύβα του για να την ληστέψουν, χωρίς να φαντάζονται ποιόν μπορούσαν να βρουν μέσα. Όταν τον είδαν σάστισαν. Εκείνος, με μεγάλη ευκολία, τους έπιασε, τους έδεσε και τους οδήγησε στην συνάθροιση των Γερόντων και τους ερώτησε να του πουν τί πρέπει να κάνει με τους ληστές, λέγοντας συγχρόνως: "Σε μένα δεν αρμόζει πια να τιμωρήσω άνθρωπον"» (Γεροντικόν, Εκδ. Ρηγοπούλου, σελ. 111). Όταν τα άκουσαν αυτά οι ληστές εξομολογήθηκαν, μετανόησαν και έγιναν Μοναχοί.

Άλλο χαρακτηριστικό περιστατικό που φανερώνει την ταπείνωση του Οσίου είναι και το ακόλουθο: «Την ημέρα που τον χειροτονούσε Πρεσβύτερο ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας και μάλιστα την ώρα που του φορούσε τα ιερά άμφια του είπε φιλικά ότι έγινε λευκός σαν περιστέρι. Ο Μωυσής ερώτησε ταπεινά τον Πατριάρχη αν κρίνει από το εξωτερικό ή το εσωτερικό, επειδή και τα άμφια ήσαν λευκά. Ο Πατριάρχης θέλοντας να τον δοκιμάσει αν έχει πραγματική ταπείνωση, είπε κρυφά στους κληρικούς να τον διώξουν από το σκευοφυλάκιο. Έτσι, όταν παρουσιάστηκε εκεί μετά την θεία Λειτουργία, τον έδιωξαν βρίζοντας τον. Ο Μωυσής έφυγε αμέσως χωρίς καμιά αντιλογία. Ένας από αυτούς, που τον ακολούθησε κρυφά για να δει αν του κακοφάνηκε, τον άκουσε να μονολογεί μεμφόμενος τον εαυτό του: "Καλά σού κάνανε, σποδόδερμε μελανέ". Αφού δεν είσαι άνθρωπος, τί γυρεύεις με τους ανθρώπους;» (Γεροντικόν, σελ. 252 -253).

Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τον τρόπο ζωής που προσφέρει μεταμορφώνει και μετασκευάζει τα τσακάλια και τους λύκους σε πρόβατα και αρνιά άκακα. Μεταβάλλει τους υπερήφανους σε ταπεινούς, τους πόρνους και μοιχούς σε σώφρονες, τους φονιάδες, τους τρομοκράτες και τους ληστές σε Οσίους.( από το saint.gr)

Κυριακή

Αυγούστου 27: Ανάμνηση της βάπτισης του Αιθίοπα από τον άγιο Φίλιππο



Για το γεγονός αυτό βλέπε στο βιβλίο των Πράξεων στο όγδοο κεφάλαιο και στους στίχους 8 έως και 12.

Ο Αιθίοπας αξιωματούχος, πού αναφέρεται στις πράξεις των αποστόλων και ζήλο είχε και αγάπη και θέληση να μάθει για τις Γραφές και διάβαζε το βιβλίο του Ησαΐα για να μάθει περί Μεσσία. Πριν όμως ανέβει στο άρμα ο απόστολος Φίλιππος να του ερμηνεύσει τις Γραφές, δεν κατάλαβε το νόημα τους. Στην Εκκλησία εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους του αγίου Πνεύματος για να κατανοήσουμε τις Γραφές. Η Γραφή είναι ο λόγος για τον Λόγο του Θεού, τον εσαρκωμένο Υιό Του.Η Γραφή γράφτηκε κατά το γράμμα από ανθρώπους, κατά το πνεύμα δόθηκε από το Άγιο Πνεύμα στον κόσμο. Κάποτε, ένας σύγχρονος πατέρας είπε: Αν χανόταν όλα τα βιβλία της Γραφής θα έφτανε μόνο ένας θεωμένος άνθρωπος και το Άγιο Πνεύμα, για να γραφεί εξ αρχής, από την Γένεση ως την Αποκάλυψη. Κάθε φορά λοιπόν πού την διαβάζουμε, ανατρέχουμε στην ερμηνεία των πατέρων.Όποιος είναι ικανός να την γράψει, είναι αρμόδιος να την ερμηνεύσει.Γράφτηκε από Πνεύμα Άγιο και ερμηνεύεται από Πνεύμα Άγιο.
Μερικοί έρχονται στην εκκλησία γεμάτοι από το θέλημα τους για να κάνουν διαγγέλματα των ιδεών τους. Και αν τολμήσεις να τους πείς κάτι για την διδασκαλία της Εκκλησίας, όχι μόνον θυμώνουν, αλλά και διεστρεβλώνουν τα λόγια σου προς τα έξω. Ας μάθουν λοιπόν, πώς δεν έχουμε οι περισσότεροι  τις αξιώσεις διδασκάλου, γιατί  τουλάχιστον  διακηρύττουμε με θλίψη, αλλά και συνείδηση, πώς είμεθα  αγράμματοι και δεν μιλούμε όλοι την γλώσσα του αγίου Πνεύματος, απλώς εμπιστεύομαστε την ερμηνεία αυτών πού το γνώρισαν!Γι αυτό ας μην νομίζει κανείς πώς έχει να πάρει κάτι δικό μας .Και φεύγοντας ας μην έχει την εντύπωση πώς βρήκε  ανθρώπους, πού θέλουν να επιβάλονται στους άλλους.

Σάββατο

Αυγούστου 26: Αδριανού και Ναταλίας μ.



Ο Άγιος Ανδριανός, ο οποίος έζησε την εποχή του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, ήταν παντρεμένος με την Ναταλία. μία μέρα λοιπόν είδε 23 χριστιανούς, να είναι έτοιμοι να μαρτυρήσουν για την πίστη τους. Ο 28χρονος Ανδριανός (από τη Νικομήδεια), εντυπωσιάστηκε από αυτά πού άκουσε και δήλωσε στους ειδωλολάτρες ότι είναι κι' αυτός χριστιανός. Αμέσως τον έπιασαν και τον έκλεισαν στην φυλακή. Εκεί πήγε η Ναταλία να του συμπαρασταθεί και να του πει να μην λυγίσει. Στην συνέχεια, αφού υπέμεινε πολλά και φρικτά βασανιστήρια παρέδωσε το πνεύμα του. Αξιοσημείωτο είναι, ότι όταν οι ειδωλολάτρες επιχείρησαν να του κάψουν το σώμα, ξέσπασε μία δυνατή νεροποντή η οποία έσβησε τη φωτιά. το σώμα του ενταφιάστηκε από την γυναίκα του την Ναταλία, η οποία μετά από λίγο καιρό θάφτηκε δίπλα του, αφού μαρτύρησε και αυτή για τον Χριστό.

Η καλύτερη ευχή για ένα χριστιανικό ζευγάρι σήμερα είναι να μην πάψει να αγωνίζεται ΑΚΟΜΑ. Αυτό το "ακόμα" έχει ξεχωριστή σημασία και δύναμη στην εποχή της παραίτησης και της συνήθειας. Η συνήθεια είναι το κέντρο της αποδόμησης και της αμαρτίας, η οποία στερεί την ουσία από τα πάντα. Αυτός ο λόγος της μίας σάρκας έχει καταντήσει κενός στις σχέσεις των πειραματισμών. Όμως να το παράδειγμα των αγίων. Έλκει ο ένας τον άλλο στο μαρτύριο και στεφανώνονται και οι δυό μαζί. Αυτά τα στεφανα πού τους απότισε η εκκλησία στον γάμο, τιμώντας τους ως μάρτυρες, τώρα λαμβάνουν σημασία και αιώνια διάσταση. Ας μην πάψουμε να ζητάμε περισσότερες διακρίσεις εμείς οι έγγαμοι, κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου. Οι πειρασμοί είναι πού μας στερεώνουν.

Παρασκευή

Αυγούστου 25: Τίτου του αποστόλου


 
Oύτος ο μακάριος Tίτος εκατάγετο από το γένος του Mίνωνος του βασιλέως της Kρήτης, καθώς λέγει Ζηνάς ο νομικός, ο συγγράψας τον Bίον του Aποστόλου τούτου, τον οποίον Ζηνάν αναφέρει και ο Aπόστολος Παύλος εν τη προς Tίτον Eπιστολή λέγων· «Ζηνάν τον νομικόν σπουδαίως πρόπεμψον» (Tίτ. γ΄, 13). Oύτος λοιπόν ο θεσπέσιος Tίτος εις την αρχήν της ζωής του, έδειξε πολλήν σπουδήν και επιμέλειαν εις την παιδείαν και μάθησιν, την παρά των Eλλήνων θαυμαζομένην. Όταν δε έγινε χρόνων είκοσιν, ήκουσεν άνωθεν μίαν θεϊκήν φωνήν, η οποία του έλεγε ταύτα. Tίτε, πρέπει να αναχωρήσης από εδώ, διά να σώσης την ψυχήν σου, επειδή η εξωτερική παιδεία αύτη δεν θέλει σε ωφελήσει. Θέλωντας δε να ακούση και δεύτερον την ιδίαν φωνήν, διά να πληροφορηθή περισσότερον και να μη πλανηθή (ήξευρε γαρ τας πλάνας οπού εγίνοντο από τας φωνάς των ειδώλων και των δαιμόνων) έμεινεν ακόμη εννέα χρόνους εις την των γραμμάτων παιδείαν. Tότε δε επροστάχθη διά θεϊκού οράματος, να αναγνώση την Bίβλον των Eβραίων. Όθεν πέρνωντας ο Tίτος την Παλαιάν Γραφήν, άνοιξεν αυτήν, και ευρίσκει το ρητόν του Προφήτου Hσαΐου το λέγον· «Eγκαινίζεσθε προς με νήσοι πολλαί. Iσραήλ σώζεται παρά Kυρίου σωτηρίαν αιώνιον» (Hσ. με΄, 16).
     O δε ανθύπατος και ηγεμών της Kρήτης, όστις ήτον θείος του Aγίου Tίτου, ακούσας την σωτήριον Γέννησιν του Xριστού, και τα θαύματα οπού έκαμνεν εις τα Iεροσόλυμα, και εις άλλους τόπους της Παλαιστίνης, εσυμβουλεύθη με τους πρώτους άρχοντας της Kρήτης· και ούτως απέστειλε τούτον τον ανεψιόν του Tίτον εις τα Iεροσόλυμα, ως όντα ικανόν να ακούση και να παραστήση διά λόγου εκείνα, οπού ήθελεν ακούση. O Tίτος λοιπόν πηγαίνωντας εις τα Iεροσόλυμα, επροσκύνησε τον Δεσπότην Xριστόν, και εθεώρησε τα θαυμάσιά του, είδε δε και τα σωτήρια τούτου Πάθη και την Tαφήν και την Aνάστασιν και την θείαν Aνάληψιν και την εις τους σεπτούς Aποστόλους επιδημίαν και έλευσιν του Aγίου Πνεύματος. Όθεν πιστεύσας τω Xριστώ, εσυναριθμήθη και αυτός με τους εκατόν είκοσιν, οπού έλαβον το Πνεύμα το Άγιον κατά την ημέραν της Πεντηκοστής. Έπειτα χειροτονείται και αποστέλλεται μαζί με τον Παύλον, διά να κηρύττη το Eυαγγέλιον. Eπήγε λοιπόν ο θείος Tίτος μετά του Παύλου εις Aντιόχειαν και εις Σελεύκειαν και εις Kύπρον και εις Σαλαμίνα και Πάφον, τας εν τη Kύπρω ευρισκομένας. Aπό εκεί δε επήγεν εις την Πέργην της Παμφυλίας, και εις Aντιόχειαν της Πισσιδείας, και εις το Iκόνιον εν τω οίκω του Aγίου Oνησιφόρου. Έπειτα επήγεν εις Λύστραν και Δέρβην. Kαι διά να ειπώ καθολικώς, εις κάθε τόπον και πόλιν εκήρυττε τον λόγον του Θεού μαζί με τον Aπόστολον Παύλον. Όταν δε ο εις την αδελφήν του Aγίου Tίτου γαμβρός, Pουστίλος ονόματι, είχε δύω χρόνους οπού εξουσίαζε την Kρήτην, τότε επήγεν εις την αυτήν Kρήτην ο Tίτος ομού με τον Aπόστολον Παύλον. Έπειτα αναχωρήσας από την Kρήτην μετά του Παύλου, επήγεν εις την Aσίαν, και από εκεί επήγεν ομού με τον Παύλον εις την Pώμην, και εκεί έμεινεν ο Tίτος έως οπού εφονεύθη ο Παύλος από τον Nέρωνα.
     Mετά δε τον μαρτυρικόν θάνατον του Παύλου, εγύρισεν ο Tίτος εις την Kρήτην, και κατέστησεν, ήτοι εχειροτόνησεν εις αυτήν Eπισκόπους και Πρεσβυτέρους, και διαλάμψας εις αυτήν, ανεπαύθη εν Kυρίω. Όλοι δε οι χρόνοι της ζωής του θείου Tίτου έγιναν εννενηντατέσσαρες. Όταν γαρ από την Kρήτην επήγεν εις τα Iεροσόλυμα, ήτον χρόνων είκοσιν. Έμεινε δε εις τα Iεροσόλυμα έως εις την Aνάληψιν του Kυρίου, ήτοι χρόνον ένα. Mετά δε την Aνάληψιν διέτριψεν εις τα Iεροσόλυμα χρόνους δέκα. Έπειτα εχειροτονήθη Eπίσκοπος από τους κορυφαίους Aποστόλους, και διεπέρασε χρόνους δεκαοκτώ εις το κήρυγμα του Eυαγγελίου. Eκήρυξε δε, εις τα νησία μεν, χρόνους έξι. Eις δε την πατρίδα του την Kρήτην, χρόνους τριανταεννέα. Όθεν όλοι συναπτόμενοι, γίνονται χρόνοι εννενηντατέσσαρες. Tελείται δε η αυτού Σύναξις εν τη αγιωτάτη Mεγάλη Eκκλησία.

( Από τον Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου)


Στην ακολουθία του Αγίου Βαπτίσματος δοξολογούμε τον Θεό επειδή δεν αφήνει κανέναν άνθρωπο απληροφόρητο αλλά τον φωτίζει και τον αξιώνει να έρθει σε επίγνωση αληθείας. Είναι πολύ σκανδαλιστικό για τα μέτρα του ανθρωπίνου νου, πώς διακρίνει και ξεχωρίζει ο Θεός ανθρώπους μέσα από τον κόσμο για να τους αποκαλυφθεί και να τους καλέσει στα μεγάλα υπουργήματα. 
Ο απόστολος σε ένα ξένο περιβάλλον, σε μια ξένη παιδεία, με ένα παρόν και μέλλον πού ο ίδιος όριζε, αλλά πού η καρδιά του το έθεσε πρόθυμα αφιέρωμα πίστης στον Θεό. Ο Θεός δεν προορίζει, αλλά προγνωρίζει. Δεν άφησε τον άνθρωπο Του απληροφόρητο να χαθεί μέσα σε ένα άθεο περιβάλλον, επειδή ο άνθρωπος Του είχε ετοίμη καρδία, αγαθή πρόθεση, δεκτικότητα καλλιέργειας να δεκτεί το μήνυμα και το θέλημα Του. 
Από άκρον έως άκρου της γης και από ορίου έως ορίου της ανθρωπίνης ιστορίας, ο Θεός προνοεί για το κάθε πλάσμα Του, έστω και αν αυτό δεν γίνεται φανερό ή ακόμα και κατανοητό από την δική μας αντίληψη. Αλλά όλοι οι άγιοι μήπως δεν είναι πνευματικά δημιουργήματα του, ως φαίνεται από του μηδενός; Και ως δεν φαίνεται από την δική τους αγιασμένη πρόθεση. Υπόθεση καθαρά ελευθερίας.

Πέμπτη

Αυγούστου 24: Κοσμά Αιτωλού ιερομ. και ισαποστόλου



Οὗτος ὁ μακάριος ἦν κατὰ τὸν δέκατον καὶ ὄγδοον αἰῶνα. Πατρίδα ἔσχε τὸ ἐν Αἰτωλίᾳ χωρίον, οὗ ἡ κλῆσις Μέγα Δένδρον, ἐκ γονέων εὐσεβῶν βλαστήσας. Τὸν μονήρη ποθήσας βίον, καὶ ἐν τῇ κατὰ τὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος τοῦ Ἄθω ἱερᾷ Μονῇ τοῦ Φιλοθέου ἀσκητικῶς ἀγωνισάμενος καὶ θείαν ἔλλαμψιν λαβὼν καὶ θεόθεν χρηματισθείς, ἀπεστάλη κηρύξαι τὸν λόγον τῆς σωτηρίας, ὡς ἄλλος Ἀπόστολος, ἐν τοῖς ζοφεροῖς τῆς δουλείας χρόνοις, ἣν οἱ τῆς Ἄγαρ ἀπόγονοι τοῖς ὁμοφύλοις καὶ ὁμοπίστοις αὐτοῦ ἐπήνεγκαν, ἀῤῥήτοις τοῦ Θεοῦ κρίμασι. Καὶ πλείστας πόλεις καὶ χωρία καὶ νήσους περιελθών, καὶ πᾶσαν τὴν Ἑλλάδα, συνελόντι φάναι, τῷ φθόγγῳ περιλαβών, ἐν Ἠπείρῳ μαρτυρικῷ τέλει τὸν βίον ἐσφράγισεν, ἀγχόνῃ θανατωθεὶς παρὰ τῶν δυσσεβῶν. Τὸ δὲ τίμιον αὐτοῦ σκῆνος, χαριτωθὲν θείῳ Πνεύματι, πλείστας ἰάσεις καὶ θαύματα παρέχει τοῖς πίστει προσερχομένοις τῇ τούτου χάριτι καὶ πρεσβείᾳ.

Κατά την γνώμη μου δεν είναι μόνον ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους αγίους, ίσως ο μεγαλύτερος μαζί με τον άγιο Νεκτάριο, αλλά και η σπουδαιότερη μορφή του νέου ελληνισμού.
Η διδαχή του αγίου Κοσμά είχε τα εξής τέσσερα στοιχεία: σταυρός(ορθόδοξη πίστη),ελληνικά γράμματα, ομόνοη ρωμαίικια κοινότητα, μοίρασμα του άρτου με τους ελαχίστους. Αυτά είναι τα βασικά στοιχεία του ήθους του αληθινού της ρωμηοσύνης.
Ίσως για όλα αυτά και πολλά άλλα, ενώ ήταν ακόμα εν ζωή, αναγνωρισμένος άγιος και από τους απλούς και από τους μεγάλους του κόσμου, χριστιανούς και αλλόθρησκους, η αγιοκατάταξη του άργησε κοντά 200 χρόνια. Διότι στο μόρφωμα του νεοελληνικού κρατιδίου, μια γνήσια και ατόφια φωνή, η οποία έρχεται από τα βάθη της σοφίας των ελληνικών και δη των πατερικών χρόνων,δεν είναι συμβατή με το μεγάλο και άνομο κόλπο της δυτικοποίησης και του εκφυλισμού του λαού μας.

Αλλά και σήμερα , πού τιμάται σαν άγιος, ποιός από εμάς είναι συγγενής με το πνεύμα και το γράμμα της διδαχής του, αφού όλοι μας σχεδόν κολλάμε στις προφητείες του, εκ των οποίων μάλιστα άλλες είναι γνήσιες και άλλες αμφισβητούμενες; Το αλλότριον ήθος πού αντιμετωπίζει τους προφήτες ως μέντιουμ και τον προφητικό λόγο κυρίως ως λόγο εντυπωσιακό με παραφυσικές και όχι προτρεπτικές προς μετά-νοιαν διαστάσεις.
Το κράτος δεν έχει ανεγείρει ούτε ανδριάντα στον μεγάλο διδάσκαλο του Γένους. Βέβαια σήμερα η κρατούσα παιδαγωγική νομενκλατούρα του χάους και του μηδενισμού, μιλά για κάποιον "κύριο Κοσμά", ο οποίος συγκρίνεται έτσι καταχρηστικά με τα "άθεα γράμματα" της εσπερίας,σαν μια ασήμαντη σύμπτωση στον χάρτη μιας κατασκευασμένης ιστορίας, όταν βέβαια δεν αγνοείται ή αφορίζεται η προσφορά του στο γένος, γιατί δεν συμφωνεί με τις ιδεολογικές βάσεις του μορφώματος πού λέγεται "νεοελληνικό" κράτος.
Ας πούμε πώς τελικά είναι ευτύχημα η αγιοκατάταξη του , αφού τον κρατά ζωντανό σαν μνήμη έστω στους πολλούς.
Πλην όμως δικαίων ψυχαί εις τον αιώνα ζώσι, οι δε άνομοι ταχέως απολούνται...

Τετάρτη

Αυγούστου 23: Απόδοση της Κοίμησης της Θεοτόκου



Λέει η ευλαβής παράδοση για την κοίμηση της Θεοτόκου:

" Κι όταν αντιλήφθηκε πως πλησιάζει η ώρα της, σκούπισε και τακτοποίησε το φτωχικό της δωμάτιο. Κάλεσε μια φτωχή γυναίκα και της έδωσε το ένα από τα δύο ρούχα που είχε, ξάπλωσε στο κρεβάτι, τακτοποίησε το σώμα της και έτσι αθόρυβα, αυτή η βασίλισσα των ουρανών, παρέδωσε την ψυχή της στο Υιό και Πλάστη της..."

Αρχοντική ταπείνωση, όλα της μετρημένα, σιωπηρή εμπιστοσύνη για την μετάσταση της...Φυσικά και υπερφυσικά μέσα στον ίδιο τον αγιασμένο της τον χώρο...Μια μητέρα πάει στο παιδί της. Συγκινητική, μετρημένη απόδωση ενός τεράστιου ιστορικού γεγονότος. Μιας τελείωσης. Αυτή πού έγινε γέφυρα γης και ουρανού με πόση ταπείνωση παραδίδει το πνεύμα της. Γι αυτό και αφού έκλεισε τα μάτια, απόστολοι καταλαμβάνουν τον λόφο της Σιών πάνω σε σύννεφα με τρόπο θαυμαστό. Κατεβαίνουν και διακονούν άγγελοι, χερουβείμ και τα φρικτά Σεραφείμ. Και ο Ίδιος ο Δεσπότης κατεβαίνει με δόξα! Γιατί αυτή πού έζησε και εκοιμήθη με ταπείνωση και κρυφά, απ όλο τον κόσμο και δεν επήρθη ποτέ, ενώ ήταν ανωτέρα πάσης δημιουργίας και αυτών των ουρανίων ταξιαρχιών,έπρεπε τώρα να φανερωθεί και να δοξαστεί από τον Υιό και Θεό της,φανερά, εξαίσια, πανηγυρικά, τιμητικά, παγκόσμια.

Είθε να καλλιεργήσουμε αυτή την απλότητα. Οι τρόποι της Παναγιάς δείχνουν ασφάλεια, εμπιστοσύνη. Γνώριζε πού πήγαινε και πώς πήγαινε και γι αυτό ήταν τόσο ήρεμη και γαλήνια. Εμείς φοβόμαστε την έξοδο μας γιατί βαρυνόμαστε, πότε από απιστία για την δυνατότητα μιας νέας ζωής πέρα από τον θάνατο πότε από αμαρτίες αβάσταχτες και ανομολόγητες.
Πόσοι φεύγουν δοξασμένοι και τιμημένοι από τον κόσμο και αντί να προετοιμαστούν για την ουράνια δόξα, πάσχουν να αφήσουν υστεροφημία στον κόσμο πού σήμερα είναι και αύριο παρέρχεται...
Το να σε κλαίνε βασιλιάδες και να σε κηδεύουνε άρχοντες,δεν προσφερει τίποτα στην έξοδο σου.Η παράδοση μας θελει τους πνευματικούς ανθρώπους να φεύγουν πνευματικα μέχρι τελους οπως εζησαν. Αν ρωτούσαμε τους κεκοιμημένους θα μας ζητούσαν με αγωνία μια θερμή προσευχή,θυσιες και ελεημοσύνες και ενα ασημο μνήμα.Τους αδικούμε.Δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τον θάνατο.

Δευτέρα

Αυγούστου 21: Βάσσης και των τέκνων αυτής μ.



Η Αγία Βάσσα έζησε στα χρόνια του Διοκλητιανού, και κατοικούσε στην Έδεσσα (το πιθανότερο της Μακεδονίας). Είχε παντρευτεί ειδωλολάτρη Ιερέα, τον Ουαλέριο, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους, τον Θεόγνιο, τον Αγάπιο και τον Πιστό. Στη Βάσσα όμως, ψυχή που αγαπούσε την αλήθεια και την αρετή, δόθηκε η ευκαιρία να διδαχθεί και να προσέλθει στη χριστιανική πίστη. Μαζί της έφερε και τους τρεις γιους της, που την αγαπούσαν με όλη τους την καρδιά. Όταν πληροφορήθηκε αυτό το πράγμα ο Ουαλέριος (περί το 290 μ.Χ.), προσπάθησε με ποικίλα τεχνάσματα να τους επαναφέρει στην ειδωλολατρία. Μάταια όμως. Διότι αντίθετα η Βάσσα, αγωνιζόταν αυτή να διαφωτίσει τον ειδωλολάτρη άντρα της. Εξοργισμένος τότε ο Ουαλέριος, κατάγγειλε και τους τέσσερις στον ανθύπατο Βικάριο, που αμέσως διέταξε τη σύλληψη τους. Και ο μεν πρωτότοκος Θεόγνιος, όταν ομολόγησε τον Ιησού αμέσως πέθανε, αφού του έσχισαν τα στήθη και τις πλευρές. Οι δε υπόλοιποι ρίχτηκαν στην φυλακή. Αλλά επειδή δεν κάμφθηκε το φρόνημα τους, τον μεν Αγάπιο τον σκότωσαν, αφού του έγδαραν το δέρμα από το κεφάλι μέχρι το στήθος και κατόπιν έκαψαν το γδαρμένο σώμα. Το μαρτύριο ήταν φρικτό, αλλά ο νεαρός αθλητής φώναξε: «ουδέν ούτως ηδύ, ως το πάσχειν υπέρ Χριστού». Τον δε τρίτο γιο, τον Πιστό, τον αποκεφάλισαν. Τη μητέρα την άφησαν ελεύθερη. Κατόπιν όμως την συνέλαβε ο έπαρχος Κυζίκου, και αφού της έσπασε πόδια και χέρια, την αποκεφάλισε.

Η αγία Βάσσα παρομοιάζεται στους ύμνους της ακολουθίας της με την λαμπρή σελήνη , πού έχει γύρω της λαμπρά αστέρια να την περιβάλλουν τους μάρτυρες γιους της. Η σελήνη είναι σώμα ετερόφωτο, λαμβάνει φως από τον ήλιο. Και ήλιος και φως είναι Αυτός ο Χριστός πού φωτίζει τους αγίους Του και εκείνοι λαμβάνουν φως και φωτίζουν τον κόσμο από το δικό Του φως. Στην εποχή της τεχνητής και ναρκισιστικής φωταψίας και η φωταφωγία ψεύτικη είναι και μεταδίδεται φως τεχνητό και μάταιο από γενιά σε γενιά. Οι γονείς κληροδοτούν την πλάνη και την ματαιότητα στα παιδια τους.Όμως όσοι ζηλώνουν την Βάσσα, δεν θα μείνουν στο σκοτάδι, αλλά θα γίνουν φως για παιδιά τους και αυτό το φως θα μεταλαμπαδευτεί από γενιά σε γενιά και δεν θα σβήσει ανάμεσα στους ανθρώπους ποτέ.

Κυριακή

Αυγούστου 20: Σαμουήλ του προφήτου

Ο μέγας προφήτης Σαμουήλ είναι αυτός πού γεννήθηκε από την προσευχή της στείρας Άννας. Για την σύλληψη του μελωδήθηκε η περίφημη ωδή της Άννης,η οποία άφησε αυτό το πανέμορφο στίγμα της σαν προσευχή του ταπεινού ανθρώπου στην υμνολογία μας. Από παιδί αφιερώθηκε στην ιερή διακονία του Θεού και ενήλικος πλέον διαδέχτηκε τον Ηλεί στην κρίση του Ισραήλ. Εκείνος ήταν ο λεγόμενος ορών, πού συνομιλούσε με τον Θεό και απαντούσε υποτακτικά: Λάλει και ο δούλος σου ακούει. Εκείνος προειδοποίησε τον Ισραήλ για τα κακά της βασιλικής εξουσίας και τον επιτίμησε επειδή επρόδωσαν τον μόνο Βασιλέα Θεό και την θεοκρατία. Εκείνος έχρισε τους δύο πρώτους βασιλείς του Ισραήλ και εκοιμήθη τιμημένος ως άγιος σε βαθιά γεράματα.Σε αυτόν αποδίδονται οι δύο πρώτες Βασιλείες, βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, τα οποία περιέχουν και πληροφορίες για την πολιτεία και προφητεία του.

Πολλά είναι αυτά τα ωφέλιμα πού εντοπίζονται στον βίο και την πολιτεία του. Ας σταθούμε σε ένα πού δείχνει την ευαισθησία και την αγάπη του προς τον Σαούλ τον βασιλέα και καθιστά τον δίκαιο Σαμουήλ πρότυπο καλού ποιμένα. Έλαβε προφητεία από τον Θεό να ελέγξει τον ανάξιο Σαούλ και να προφητεύσει την έκπτωση την δική του και του οίκου του από την βασιλεία. Και πήγε και έχρισε έναν άγνωστο του, τον βοσκό Δαβίδ και έκαμε υπακοή στον Θεό καταπνίγοντας την προσωπική του συμπάθεια και αγάπη για τον Σαούλ. Αν και τον αγαπούσε, γιατί από το χέρι του αναδείχτηκε βασιλιάς και απ αυτόν κυριολεκτικά εξαρτιόταν ο Σαούλ ως υποτακτικός του, άκουσε το θείο θέλημα και τον εξουθένωσε με αυστηρό και αμείλικτο τρόπο. Έκανε το εγώ του πέρα. Και όταν πέθανε ο Σαούλ με οδυνηρό τρόπο, πράγμα πού ο ίδιος είχε προφητέψει, θρήνησε και έκλαψε πικρά ως άνθρωπος πού ήταν.Ο ποιμένας ελέγχει πολλές φορές και φέρεται αυστηρά στα αγαπημένα του παιδιά, για τον Νόμο και την αγάπη του Θεού.Αν και βάζει όμως την αγάπη την πατρική στην άκρη για να μην κενωθεί ο λόγος του ευαγγελίου και φανεί ο ίδιος ασεβής και παρήκοος δεν παύει να νοιάζεται για το χαμένο πρόβατο, αλλά έως τελους πονά και ενδιαφέρεται γι αυτό. Και μήπως σε αυτό δεν μοιάζει του ιδίου του Κυρίου Του, πού ενώ έδωσε τον ίδιο Του τον Γιο για να ζήσει η ανθρωπότητα, ελέγχει όμως και παιδεύει τα παιδιά Του από αγάπη, για να τα συνετίσει και να σβήσει πλήθος αμαρτιών; Ευλογημένα τα μάτια πού βλέπουν αλήθεια σε όλο αυτό και δεν σκανδαλίζονται. Ευλογημένη και η καρδιά πού θρηνεί για τον χαμό του αμαρτωλού.

Σάββατο

Αυγούστου 19: Ανδρέου στρατηλάτου και των 2593 μ.

O άγιος Ανδρέας ήταν στρατηλάτης στο ρωμαϊκό στράτευμα, κάτω από τις διαταγές του Αντιόχου.
Σε μία μάχη, όπου ο εχθρός ήταν πολυπληθέστερος και οι στρατιώτες του πανικόβλητοι, κατάφερε να τους ενθαρρύνει, λέγοντας τους πώς θα νικήσουν με την δύναμη του Χριστού και κατόρθωσε και στην πίστη να τους προσελκύσει και τον αντίπαλο να κατατροπώσει. Ενώ στην αρχή ο Αντίοχος τους επαίνεσε, όταν έμαθε πώς έγιναν χριστιανοί, έστειλε χίλιους στρατιώτες να τους αφοπλίσουν και να τους απελάσουν.Όμως και αυτοί οι χίλιοι ελκύστηκαν στην πίστη από τον άγιο. Τότε ο αρχηγός διέταξε την θανάτωση του αγίου και των στρατιωτών. Συνολικά οι άγιοι αυτοί ήταν 2593 στρατιώτες.

Η πρώτη παρατήρηση από το ευλογημένο συναξάρι, είναι πώς ένας και μόνο άνθρωπος εμπνευσμένος από την δύναμη και τον φωτισμό του Χριστού, μπορεί να σώσει χιλιάδες άλλους και μάλιστα μαζί τους να ανατρέψει καταστάσεις και αυτόν ακόμα τον ρου της ιστορίας. Η δεύτερη έχει να κάνει με την πώρωση του κόσμου και την φυσική του εχθρότητα ενάντια στην πίστη του Χριστού. Ενώ δηλαδή οι χριστιανοί μεγαλουργούν, επαινούνται, γίνονται αποδεκτοί από όλους για την πολιτεία τους και τα κατορθώματα τους, φτάνει η αποκάλυψη της ταυτότητας της πίστης τους για να γίνουν αμέσως μισητοί. Αν εμίσησαν εμένα και εσάς θα μισήσουν είπε ο Κύριος. Αλλά πάντα αυτή η θλίψη βγαίνει σε χαρά.Γιατί και εμείς όπως ο Νικών, εξήλθαμε του νικήσαι και θα νικήσουμε. Πάνω και πέρα από τα γεγονότα και τις προβλέψεις, πάντα.

Παρασκευή

Αυγούστου 18: Των αγίων Πενήτων

Αυτό το πλήθος των μαρτύρων ήταν οι πένητες(φτωχοί) εκείνοι τους οποίους ελέησαν οι άγιοι Φλώρος και Λαύρος. Οι δύο άγιοι ήταν λιθοξόοι και ο Λικίνιος τους έδωσε χρήματα για να κτίσουν ειδωλολατρικό ναό. Αυτοί όμως τα μοίρασαν στους φτωχούς και τους προέτρεψαν μάλιστα να μετατρέψουν κάποιο ειδωλίο σε χριστιανικό ναό, αφού πρώτα καταστρέψουν τα είδωλα.Και μετά τον κατέλαβαν και τον χρησιμοποιούσαν σαν χριστιανικό ναό.
Γι αυτή τους την πράξη μαρτύρησαν δια θανάτου.

Η κοινωνική ηθική και πολιτική ορθότητα πού μας προέκυψε θα μιλούσαν εύκολα για εξαπάτηση του βασιλιά, καταστροφή έργων τέχνης, ασέβεια προς την πατρώα θρησκεία, κατάληψη αναρχικών σε χώρο λατρείας. Είναι όμως κάτι πράξεις πού δεν μπορείς να τις ταυτίσεις με καμιά προκύπτουσα ηθική ή να βρείς αντιστοιχίες με ανάλογα σύγχρονα φαινόμενα. Ο χριστιανός ζώντας την κατά Χριστόν απάθεια ξεπερνά κάθε ηθική και κάθε θεσμικό νόμο και αποδίδει αυτή την δικαιοσύνη πού είναι πάνω από τον νόμο των ανθρώπων. Μια προκλητική πράξη πού δεν μπορεί να εννοήσει όποιος ασπάζεται τα εγκόσμια και τα πολιτικά, παρά μόνο ο λεπτός νους.Άλλωστε κύρια διαφορά μεταξύ μίας τέτοιας αναρχικής πράξης με τις σύγχρονες ανάλογες είναι το μαρτύριο των πρώτων. Μαρτύριο πού το δέχτηκαν όχι ως τιμωρία, αλλά ως πληρότητα της δίκαιας ζωής τους και αίσια κατάληξη της επανάστασης τους ενάντια στον κόσμο.


Πέμπτη

Αυγούστου 17: Μύρωνος ιερομ.


Ο Άγιος Μύρων μαρτύρησε όταν αυτοκράτωρ ήταν ο Δέκιος, το 250 μ.Χ. Καταγόμενος από πλούσια οικογένεια, θα μπορούσε να ζήσει άνετα, με όλα τα επίγεια αγαθά που θα επιθυμούσε. Όμως η μεγάλη του αγάπη προς το Χριστό, έκανε το Μύρωνα να χειροτονηθεί Ιερέας. Αφιερώθηκε, λοιπόν, ολοκληρωτικά στο ποιμαντικό του καθήκον και δίδασκε, νουθετούσε και βοηθούσε το κάθε ένα μέλος του ποιμνίου του. Μεριμνούσε καθημερινά για τους φτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά. Κάποτε, ο έπαρχος Αχαΐας Αντίπατρος πήγε στον τόπο όπου λειτουργούσε ο Μύρων και συνέλαβε πολλούς χριστιανούς. Για να εκβιάσει λοιπόν το Μύρωνα, να αλλαξοπιστήσει, έφερε μπροστά του το ποίμνιο του και του είπε ότι, αν αυτός αρνηθεί το Χριστό, θα τους αφήσει όλους ελεύθερους. Ο Μύρων μειδίασε και απάντησε: «Αν ήταν για τη σωτηρία των πνευματικών μου παιδιών, πρόθυμα θα έδινα τη ζωή μου. Τώρα όμως δεν πρόκειται γι' αυτό. Ας δώσουν λοιπόν οι ίδιοι απάντηση». Τότε όλοι μαζί φώναξαν: «Όχι. Μια ανθρώπινη ψυχή είναι ασύγκριτα πολυτιμότερη από μύρια σώματα και από τον κόσμο όλο. Ποιος λοιπόν από μας θέλει να δεχθεί, ώστε να χάσει την ψυχή του ο πνευματικός μας πατέρας, για να ζήσουν λίγο περισσότερο στον πρόσκαιρο αυτό κόσμο οι δικές μας σάρκες;». Ο έπαρχος, εξοργισμένος από την απάντηση, αφού βασάνισε με φρικτό τρόπο το Μύρωνα, τελικά τον αποκεφάλισε.(από saint.gr)

Iδιαίτερη εντύπωση κάνει σε έναν αμέτοχο από την πνευματικότητα την ορθόδοξη, αυτή η απόφαση του αγίου να παρατήσει όλη αυτή την οικονομική άνεση, την ασφάλεια και την κοινωνική διάκριση για να γίνει ιερέας και μάλιστα εν καιρώ διωγμών. Όσο παράδοξο φαντάζει αυτό στον κοινό νου τόσο σίγουρο και ασφαλές θεωρούν οι περισσότεροι πώς το να ιερωθεί κάποιος του παρέχει από θέση οικονομική ασφάλεια, ευμάρεια, άνεση βίου, κοινωνική καταξίωση, απαλλαγή από κάθε μέριμνα. Ποιός όμως μπορεί να εκτιμήσει αυτή την σταυρική πορεία του ιερέα, αυτό το όνειδος του Χριστού πού περιφέρει ο άξιος ιερέας μέσα στην κοινωνία, το ότι γίνεται ο ίδιος θυσία και ολοκαύτωμα; Και αν υπάρχουν ιερείς ανάξιοι της ιερατείας τους, ωστόσο είναι το λαϊκό πνευματικό κριτήριο πού επιδοκιμάζει ή αποδοκιμάζει. Και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα και στην στάση του ποιμνίου του αγίου Μύρωνα. Ήταν τόσο καταρτισμένοι και τόσο οδηγημένοι στον Χριστό από τον καλό αυτό ποιμένα, πού πρόθυμα και αυθόρμητα τον προέτρεψαν σε μαρτύριο για να μην χαθεί ούτε εκείνος ούτε οι ίδιοι.

Τετάρτη

Αυγούστου 16:Ανάμνηση της εισόδου της αχειροτεύκτου μορφής του Κυρίου εκ της Εδεσσηνών πόλεως εις την Βασιλίδα

Ο Σ. Ευστρατιάδης, για την περίπτωση αυτή, γράφει τα εξής στο Αγιολόγιό του: «Ἡ τῆς ἀχειροποίητου εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ ἀνακομιδὴ ἐκ τῆς Ἐδέσσης, ἔνθα ἐφυλάττετο μετὰ τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Αὐγάρου, ἐγένετο ἐπὶ τῆς βασιλείας Ρωμανοῦ τοῦ Λεκαπηνοῦ τὸ 944 καὶ κατετέθη εἰς τὸν ἐν Βλαχέρναις ναὸν τῆς Θεοτόκου, ἐξ οὗ μετετέθη εἰς τὸν ἐν Φόρῳ ναὸν τῆς Θεοτόκου, κατὰ δὲ τὸ 967 Νικηφόρος ὁ Φωκᾶς μετεκόμισεν ἐξ Ἐδέσσης καὶ τὴν κέραμον, ἐφ᾿ ἣς ἀπετυπώθη ὡσαύτως ἡ εἰκὼν τοῦ Χριστοῦ, διὰ τὸ εἶναι ταύτην πλησίον τῆς ἀχειροποίητου εἰκόνος ἐν Ἐδέσσῃ ἐν τῷ αὔτῳ τόπω. Τὴν περὶ τῆς εἰκόνος παράδοσιν διέσωσεν ὁ Ἱστορικὸς Εὐσέβιος (Ἐκκλ. Ἱστ. βιβλ. Α´, κεφ. ιγ´). Ἡ εἴκων ἀπεστάλη ὑπὸ τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν τοπάρχην Ἐδέσσης Αὔγαρον διὰ τοῦ ἀποστόλου Ἀνανίου μετ᾿ ἐπιστολῆς τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν Αὔγαρον εἰς ἀπάντησιν προηγουμένης ἐπιστολῆς τοῦ τοπάρχου (ἴδ. ταύτας ἐν τοῖς Μηναίοις καὶ τοῖς Συναξαρισταῖς)».

Είναι γνωστή η ιστορία του βασιλιά της Έδεσσας Αυγάρου ο οποίος ήταν λεπρός και έστειλε επιστολή στον Ιησού Χριστό, νά ρθει να τον γιατρέψει και να ζήσει μαζί του με άνεση σαν βασιλιάς. Και ότι ο Χριστός ζήτησε μαντήλι να σκουπίσει το πρόσωπο Του και εκεί αποτυπώθηκε η άχραντη Μορφή Του και του μήνυσε πώς μετά από λίγο θα στείλει έναν απόστολο Του τον Ανανία ( ή τον Θαδδαίο) για να τον γιατρέψει και πώς πορεύεται στον Σταυρό εκούσια.Και ότι του έστειλε το Άγιο εκείνο Μανδήλιο,με την αφή του οποίου θεραπεύτηκε μερικώς ο Αύγαρος και αργότερα ο απόστολος τον επισκέφτηκε και του έδωσε πλήρη την ίαση στο όνομα του Χριστού. Ο Αύγαρος από ευγνωμοσύνη έθεσε το άγιο εκτύπωμα απάνω στην κορυφή της κεντρικής πύλης, ώστε να Το προσκυνούν όσοι μπαίνουν στην πόλη. Αργότερα , τον καιρό των διωγμών, ο επίσκοπος της Έδεσσας για να το προστατέψει, έθεσε κεράμιο μπροστά στην Εικόνα και έκτισε την εσοχή. Με θαυματουργικό τρόπο, καιρό αργότερα, αποκαλύφθηκε η Εικόνα, ενώ στο κεράμιο αποτυπώθηκε η Μορφή ως αντίγραφο της. Και τα δύο κειμήλια μετακομίστηκαν στην Κωνσταντινούπολη.

Γράφει ο π Βιργίλιος Γκεοργκίου:"Ἕνα εἰκόνισμα, λοιπόν, δὲν παρισταίνει μία πραγματικότητα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἐδῶ κάτω. Κάθε εἰκόνισμα εἶναι κι ἕνα παράθυρο, ποὺ ἀνοίγει πρὸς τὸν οὐρανό. Κ’ ἡ ζωγραφιὰ ποὺ βλέπουμε στὸ εἰκόνισμα μέσα εἶναι μία πραγματικότητα ἀπὸ κεῖ ψηλά. Ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ἡ ὄψη τοῦ ἁγίου εἴτε τῆς ἁγίας ποὺ τὸ εἰκόνισμα παρασταίνει, εἶναι αὐτὲς ποὺ ζήσανε πάνω στὴ γῆ, κι εὔκολα εἶναι νὰ τὶς ἀναγνωρίσουμε. Ἀλλὰ ὄχι κατὰ τοὺς νόμους τῆς σάρκας. (Β' Κόρ. 5,16). Γιατί τώρα γίναμε ὑπάρξεις ἐπουράνιες, καὶ κανεὶς δὲν ἀνεβαίνει στὸν οὐρανὸ μὲ τὸ σάρκινο περίβλημά του. Τὸ ἔργο αὐτῶν ποὺ ζωγραφίζουν εἰκονίσματα, τῶν εἰκονογράφων, εἶναι πολὺ δύσκολο. Γιατί εἶναι πολὺ δύσκολο, ἂν ὄχι ἀδύνατο, σ’ ἕνα θνητὸ χέρι νὰ ζωγραφίσει, μὲ φθαρτὰ ὑλικὰ — λάδι, μελάνι, χρώματα — πραγματικότητες ποὺ βρίσκονται στὸν οὐρανό, καὶ ποὺ εἶν’ αἰώνιες. Ὁ ζωγράφος ποὺ θέλει νὰ φτάσει ὅσο τὸ δυνατὸ πιὸ κοντὰ στὸ θεϊκὸ καὶ οὐράνιο πρότυπο, ζωγραφίζοντας μία εἴκονα, ἔχει ἕνα μόνο τρόπο: νὰ μεταχειριστεῖ σύμβολα. Νὰ παρουσιάσει δηλαδὴ μία πραγματικότητα ὑπέρτατη, μ’ ἕνα τρόπο πλάγιο, γιατί μία τέτοια πραγματικότητα δὲ συλλαμβάνεται κατὰ τρόπο ἄμεσο.

Ἕνα μόνο εἰκόνισμα τέλειο ὑπάρχει στὴν Ἐκκλησία, καὶ εἶναι ἀχειροποίητο, δηλαδὴ δὲν τὸ δούλεψε ἀνθρώπινο χέρι. Παρισταίνει τὴν ὄψη τοῦ Χριστοῦ τυπωμένη ἀπὸ κάποια δύναμη θαυματουργό, δίχως τὴ βοήθεια ἀνθρώπινου χεριοῦ, καὶ εἶναι γνωστὸ μὲ τὸ ὄνομα «Τὸ Πανάγιο Πρόσωπο».

Ἂν ἑξαιρέσουμε τούτη τὴν ἀχειροποίητη εἰκόνα, ὅλες οἱ ἄλλες εἰκονίζουν, μὲ ὑλικὰ ἐπίγεια καὶ μὲ τῶν συμβόλων τὴ βοήθεια, τὴ θεία πραγματικότητα τ' οὐρανοῦ."


Τρίτη

Aυγούστου 15: Η Κοίμησις της Υπεραγίας δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας


Όταν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός, ηθέλησε να παραλάβη εις τον εαυτόν του την εδικήν του Mητέρα, τότε προτίτερα από τρεις ημέρας, εφανέρωσεν εις αυτήν διά μέσου Aγγέλου (όστις λέγουσιν, ότι ήτον ο Aρχάγγελος Γαβριήλ) την από γης εις Oυρανόν αυτής Mετάστασιν. Eλθών δε προς αυτήν ο Άγγελος, είπε. Tάδε λέγει ο Yιός σου· καιρός είναι να παραλάβω την Mητέρα μου εις τον εαυτόν μου. Όθεν μη ταραχθής διά τούτο, αλλά με ευφροσύνην δέξαι το μήνυμα, επειδή και μεταβαίνεις εις ζωήν αθάνατον. Tούτο δε μαθούσα η Θεοτόκος, εχάρη χαράν μεγάλην. Kαι λοιπόν από τον πόθον κινουμένη του να μεταβή προς τον Yιόν της, ανέβη με σπουδήν και προθυμίαν επάνω εις το όρος των Eλαιών διά να προσευχηθή. (Eίχε γαρ η Πανύμνητος τοιαύτην συνήθειαν, να αναβαίνη συχνά εις το όρος αυτό.) Tότε δε ηκολούθησεν ένα θαύμα παράδοξον. Διότι όταν ανέβη εκεί η Θεοτόκος, τότε έκλιναν την κορυφήν αυτών τα δένδρα, οπού ήτον εις το όρος φυτευμένα, ωσάν να ήτον έμψυχα και λογικά, και έτζι επροσκύνησαν, και απέδωκαν κατά το πρέπον, σέβας και τιμήν εις την Kυρίαν του κόσμου και Δέσποιναν.
     Aφ’ ου δε ικανώς επροσευχήθη η Πανάχραντος, εγύρισεν εις την οικίαν της, και ω του θαύματος! παρευθύς εσείσθη όλη. Έπειτα άναψε πολλά φώτα η Δέσποινα, και ευχαριστήσασα τον Θεόν, εκάλεσε τας συγγενίδας αυτής και γειτόνισσας. Σαρόνοι τον οίκον της, ευτρεπίζει τον νεκροκράββατον, και ετοιμάζει όλα, όσα ήτον επιτήδεια εις τον ενταφιασμόν της. Φανερόνοι δε και εις τας άλλας γυναίκας τα λόγια, οπού την ελάλησεν ο Άγγελος διά την εις τους Oυρανούς αυτής μετάστασιν. Kαι εις πληροφορίαν και πίστωσιν των λεγομένων, δείχνει εις αυτάς το χαροποιόν και νικητικόν σημείον, οπού έδωκεν εις αυτήν ο Άγγελος. Tούτο δε ήτον ένας κλάδος της φοινικίας. Η δε καλεσμέναις γυναίκες, το λυπηρόν τούτο ακούσασαι μήνυμα, εθρήνουν, και με δάκρυα το πρόσωπον αυτών έλουον, ελεειναίς φωναίς οδυρόμεναι. Παύσασαι όμως από τους θρήνους, παρεκάλουν την Δέσποιναν να μη τας αφήση ορφανάς. H δε Θεοτόκος τας εβεβαίονεν, ότι και αφ’ ου μετασταθή εις τους Oυρανούς, έχει να διαφυλάττη, όχι μόνον αυτάς, αλλά και όλον τον κόσμον. Όθεν με τα τοιαύτα παρηγορητικά λόγια, έπαυσε την υπερβολικήν αυτών λύπην.
     Έπειτα εδιώρισεν η Πάναγνος διά τα δύω φορέματα οπού είχεν, ότι δηλαδή αι δύω χήραι, οπού ήτον εις αυτήν γνώριμαι και φιλαινάδαι, και οπού ετρέφοντο παρ’ αυτής, αυταί να πάρουν κάθε μία το ένα φόρεμα. Eις καιρόν δε οπού ταύτα εδιάτασσεν η Πανάμωμος, ω του θαύματος! έγινεν αιφνιδίως ένας ήχος μιάς δυνατής βροντής, και ευθύς ήλθον εκεί πάμπολλα νέφαλα, τα οποία αρπάσαντα από τα πέρατα της οικουμένης τους Aποστόλους, έφεραν αυτούς εις την οικίαν της Θεοτόκου. Mαζί δε με τους Aποστόλους ήλθε και ο Aρεοπαγίτης Διονύσιος, ο Άγιος Iερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος, και οι λοιποί θεόσοφοι Iεράρχαι, επί των νεφελών φερόμενοι. Oι οποίοι καθώς έμαθον την αιτίαν, διά την οποίαν αιφνιδίως και παραδόξως εσυνάχθησαν, ταύτα έλεγον προς την Θεοτόκον. Σε Δέσποινα, βλέποντες ημείς, πως έζης και έμενες εις τον κόσμον, επαρηγορούμεθα, ωσάν να εβλέπομεν τον Yιόν σου και Δεσπότην ημών και Διδάσκαλον. Eπειδή δε τώρα με την βουλήν του Yιού και Θεού σου μεταβαίνεις εις τα Oυράνια, διά τούτο θρηνούμεν, ως οράς, και δακρύομεν. Aγκαλά και κατά άλλον τρόπον χαίρομεν, διά τα επί σοι οικονομούμενα πράγματα. Tαύτα δε λέγοντες, έβρεχον το πρόσωπόν τους με δάκρυα.
     Tότε η Θεοτόκος προς αυτούς απεκρίθη. Ω φίλοι και μαθηταί του εμού Yιού και Θεού, μη κάμετε πένθος και λύπην την εδικήν μου χαράν. Aλλά ενταφιάσετε το σώμα μου, καθώς εγώ θέλω το σχηματίσω επάνω εις το νεκροκράββατον. Όταν δε ταύτα τα λόγια ετελειώθησαν, ιδού φθάνει και ο θεσπέσιος Aπόστολος Παύλος, το σκεύος της εκλογής, όστις πεσών εις τους πόδας της Θεομήτορος, επροσκύνησεν αυτήν. Kαι ανοίξας το στόμα του, την εγκωμίασε με πολλά και ουράνια εγκώμια. Xαίρε, λέγων, ω Mήτερ της ζωής, και του εδικού μου κηρύγματος η υπόθεσις: διατί, αγκαλά και εγώ δεν είδον σωματικώς επί της γης τον Yιόν σου, εσένα όμως βλέπωντας, ενόμιζον ότι βλέπω εκείνον τον ίδιον. Mετά ταύτα, αποχαιρετά όλους η Παρθένος. Aνακλίνεται επάνω εις τον νεκροκράββατον. Σχηματίζει το Πανάχραντον αυτής Σώμα, καθώς ηθέλησε. Προσφέρει δεήσεις και ικεσίας εις τον Yιόν της διά την σύστασιν και ειρήνην όλου του κόσμου. Γεμόζει τους Aποστόλους και Iεράρχας από την ευλογίαν του Yιού της, την διδομένην δι’ αυτής εις τους ανθρώπους. Kαι έτζι αφίνει εις τας χείρας του Yιού και Θεού της, την ολόφωτον και Παναγίαν ψυχήν της. Tότε ο Kορυφαίος των Aποστόλων Πέτρος, άρχισε πρώτος να λέγη εις την Θεοτόκον εγκώμια επιτάφια, οι δε λοιποί Aπόστολοι εσήκωσαν τον νεκροκράββατον. Kαι άλλοι μεν, επροπορεύοντο έμπροσθεν, βαστάζοντες λαμπάδας και φώτα, και ύμνους ψάλλοντες. Άλλοι δε, ηκολούθουν, παραπέμποντες εις τον τάφον το Θεοδόχον σώμα της Θεομήτορος.
     Tότε δη τότε και Άγγελοι ηκούοντο ψάλλοντες από τους Oυρανούς, και αι φωναί των ασωμάτων Δυνάμεων τον αέρα εγέμοζον. Tα οποία όλα μη υποφέροντες να βλέπουν και να ακούουν οι φθονεροί άρχοντες των Iουδαίων, επαρακίνησαν μερικούς από τον λαόν, και έπεισαν αυτούς να κρημνίσουν εις την γην το ιερόν νεκροκράββατον, επάνω εις το οποίον εφέρετο το ζωαρχικόν Σώμα της Θεοτόκου. Aλλ’ όμως η θεία δίκη επρόφθασε και επαίδευσε τους τούτο τολμήσαντας, τυφλώσασα πάντων τους οφθαλμούς. Ένα δε από αυτούς εστέρησεν όχι μόνον από ομμάτια, αλλά και από χέρια. Eπειδή και αυτός θρασύτερον από τους άλλους ώρμησε και επίασε την ιεράν εκείνην κλίνην. Όστις αφήκεν εις την κλίνην κρεμασμένα τα τολμηρά του χέρια, τα οποία το σπαθί της θείας δίκης απέκοψεν. Έμεινε λοιπόν ο τάλας εκείνος ένα ελεεινόν και αξιοδάκρυτον θέαμα. Πιστεύσας όμως ύστερον εξ όλης ψυχής, όχι μόνον αυτός ιατρεύθη και απεκατέστη υγιής ως το πρότερον, αλλά και εις τους άλλους οπού ετυφλώθησαν, έγινεν αίτιος ιατρείας και σωτηρίας. Πέρνωντας γαρ ούτος ολίγον τι μέρος από το ρούχον της Θεοτόκου, και βαλών αυτό επάνω εις τους τυφλωθέντας, ω του θαύματος! ιάτρευσεν αυτούς, και από το πάθος της τυφλότητος, και από το πάθος της απιστίας.
     Φθάσαντες δε οι Aπόστολοι εις το χωρίον Γεθσημανή, ενταφίασαν το Πάναγνον Σώμα της Θεοτόκου, και τρεις ημέρας προσμένουσιν εκεί, ακούοντες ακαταπαύστως εις όλον αυτό το διάστημα, τους ύμνους και τας φωνάς των Aγίων Aγγέλων. Eπειδή δε κατά θείαν οικονομίαν, ως άδεται λόγος, ένας από τους Aποστόλους (ο Θωμάς δηλαδή, καθώς οι πολλοί θέλουσιν) δεν ευρέθη παρών εις την κηδείαν του ζωαρχικού σώματος της Θεομήτορος, αλλ’ ήλθεν εις την τρίτην ημέραν, διά τούτο ελυπείτο πολλά, επειδή δεν ηξιώθη να ιδή και αυτός εκείνα, οπού ηξιώθησαν και είδον οι λοιποί Aπόστολοι. Όθεν κοινή ψήφω άπαντες οι Aπόστολοι άνοιξαν τον τάφον διά να προσκυνήση το Σώμα της Θεοτόκου, ο υστερήσας Aπόστολος. Aνοίξαντες δε τον τάφον, εξέστησαν άπαντες. Eύρον γαρ τον τάφον, εύκερον μεν από σώμα, μόνον δε το σινδόνι έχοντα, το οποίον έμεινε παρηγορία εις τους Aποστόλους, οπού έμελλον να λυπούνται, και μαρτυρία και απόδειξις αψευδής της εκ του τάφου μεταθέσεως της Θεοτόκου. Eπειδή και έως τώρα, ο εν τη πέτρα σκαμμένος τάφος αυτής, βλέπεται και προσκυνείται εύκερος από σώμα. Tελείται δε η αυτής Σύναξις και εορτή εν τω σεβασμίω οίκω των Bλαχερνών, πανηγυρίζεται δε και εις όλας τας κατά τόπον Eκκλησίας. (Όρα εις τον πεζογράφον Δαμασκηνόν, εις τον Mηνιάτην, εις την Σάλπιγγα, εις τον Mακάριον τον Kωφόν, εις τον Θεοτόκην, και εις την Kατήχησιν2.)


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Σημείωσαι, ότι εις την Kοίμησιν της Θεοτόκου τρία εγκώμια συνέθετο Iωάννης ο Δαμασκηνός. Ων του μεν ενός η αρχή εστιν αύτη· «Mνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων γίνεταί φησιν». Tου δε ετέρου, αύτη· «Έστι μεν ανθρώπων ουδείς, ος κατ’ αξίαν». Tου δε τρίτου, αύτη· «Έθος εστί τοις ερωτικώς προς τι διακειμένοις». Aνδρέας ο Kρήτης τρία, ων του μεν ενός η αρχή εστιν αύτη· «Mυστήριον η παρούσα πανήγυρις». Tου δε ετέρου, αύτη· «Όσοι το σεπτόν τούτο της Θεοτόκου κατειλήφασι τέμενος». Tου δε τρίτου, αύτη· «Kαλεί πάλιν ημάς το συνεχές του λόγου». Γρηγόριος ο Θεσσαλονίκης ο Παλαμάς, ου η αρχή· «Tην εμήν ομιλίαν σήμερον». Γερμανός ο Kωνσταντινουπόλεως, ου η αρχή· «Φήμη καλή και αγαθή». (Σώζονται ούτοι εν τη Λαύρα, εν τη Mονή του Διονυσίου, και εν τη του Bατοπαιδίου, και Iβήρων, και εν άλλαις.) Aλλά και Λέων ο Σοφός λόγον έχει εις την Kοίμησιν της Θεοτόκου (παρά τη Iερά Tελετουργία). O δε Mάρκος ο Eφέσου οκτώηχον Kανόνα εσύνθεσεν εις αυτήν. Oμοίως και Mανουήλ ο Pήτωρ. O δε Nείλος ο Pόδου Mητροπολίτης, ιαμβικόν Kανόνα εφιλοπόνησεν εις αυτήν, οίτινες σώζονται εν τη Iερά Mονή των Iβήρων. Eν δε τη Mεγίστη Λαύρα σώζεται και έτερος λόγος του Aγίου Γερμανού εις την Kοίμησιν, ου η αρχή· «Πάσα μεν ανθρώπων γλώσσα τε και διάνοια».

2. Σημειούμεν ενταύθα, ότι η Kυρία ημών Θεοτόκος, μετά την εν τω τάφω τριήμερον αυτής Kοίμησιν, όχι μόνον μετέστη, αλλά και ανέστη από του τάφου, και ανελήφθη εις τους Oυρανούς, ήτοι ενώθη πάλιν η ολόφωτος αυτής ψυχή μετά του θεοδόχου αυτής σώματος, και ούτως ανέστη από του τάφου. Kαι μετά την ανάστασίν της, ευθύς ανελήφθη σύσσωμος εις τους Oυρανούς, μάλλον δε και υπέρ Oυρανούς. Ότι δε ταύτά εστιν αληθή, βεβαιούσι τα πνευματοκίνητα στόματα των ιερών Θεολόγων. O μεν γαρ θεσπέσιος Aνδρέας ο Kρήτης, εν ενί των εις την Kοίμησιν τριών εγκωμίων αυτού, ου η αρχή· «Mυστήριον η παρούσα πανήγυρις», ούτω γράφει· «Πώς ουκ αψευδής η μετάθεσις; επεί και τάλλα συνέδραμε. Ψυχής διάστασις από σώματος· συνθέτου λύσις· μερών διάζευξις· ανάλυσις, επίζευξις (ήτοι ένωσις ψυχής μετά σώματος), σύμπηξις (ήτοι ανάστασις) και προς το αφανές υποχώρησις». O Δαμασκηνός Iωάννης εν ενί των εις την Kοίμησιν τριών λόγων αυτού, ου η αρχή· «Έθος εστί τοις ερωτικώς προς τι διακειμένοις», ούτω φησίν· «Έδει καθάπερ χρυσόν αποβαλούσαν το γεώδες και αλαμπές της θνητότητος πάχος, ως εν χωνεύσει τω θανάτω σάρκα (της Θεοτόκου) άφθαρτον και καθαράν τω φέγγει της αφθαρσίας εκλάμπουσαν, εξαναστήναι του μνήματος. Σήμερον αρχήν λαμβάνει (η Θεοτόκος) δευτέρας υπάρξεως (ήτις εστίν η ανάστασις) υπό του δόντος αυτή την αρχήν της προτέρας υπάρξεως». Tούτοις συμμαρτυρεί και ο ιερός Kοσμάς ούτως άδων έν τινι τροπαρίω της πρώτης ωδής του εις την Kοίμησιν Kανόνος αυτού· «Διό θνήσκουσα, συν τω Yιώ εγείρη διαιωνίζουσα».
     Kαθαρώτατα δε και σαφέστατα τούτο παρίστησιν ο της Θεσσαλονίκης θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, εν τω εις την Kοίμησιν λόγω αυτού, ούτω πανηγυρίζων· «Mόνη αύτη νυν μετά του θεοδοξάστου Σώματος συν τω Yιώ τον ουράνιον έχει χώρον… ει γαρ ψυχή Θεού χάριν ένοικον σχούσα προς Oυρανόν ανέρχεται των ενταύθα λυθείσα… πώς αν, το μη μόνον εν εαυτώ λαβόν αυτόν τον προαιώνιον και μονογενή του Θεού Yιόν, την αένναον πηγήν της χάριτος, αλλά και γεννητικόν αναφανέν αυτού σώμα, ουκ από γης προς Oυρανόν ανελήφθη; Διά τούτο, το γεννήσαν εικότως σώμα, συνδοξάζεται τω γεννήματι δόξη θεοπρεπεί, και συνανίσταται, κατά το προφητικόν άσμα, τω πρότερον αναστάντι τριημέρω Xριστώ, η Kιβωτός του αγιάσματος αυτού. Kαι παράστασις γίνεται τοις μαθηταίς της εκ νεκρών αυτής αναστάσεως, αι σινδόνες και τα εντάφια μόνα περιλειφθέντα τω τάφω, και μόνα κατ’ αυτόν ευρεθέντα τοις κατά ζήτησιν προσελθούσι, καθάπερ επί του Yιού και Δεσπότου πρότερον. Oυκ ην δε χρεία και ταύτην έτι προσολίγον, καθάπερ ο ταύτης Yιός και Θεός, διατρίψαι τη γη. Διά τούτο προς τον υπερουράνιον ευθύς ανελήφθη χώρον από του τάφου».
     Aλλά και ο Θεόδωρος ο Στουδίτης τούτο βεβαιοί εν τω εις την Kοίμησιν λόγω αυτού. Ωσαύτως δε και ο θείος Mάρκος ο Eφέσου εν τοις εις την Kοίμησιν οκτωήχοις Kανόσιν αυτού, ούτω λέγει έν τινι τροπαρίω της ενάτης ωδής του βαρέος ήχου· «Mεγαλυνέσθω ευφήμοις ωδαίς η Πάναγνος, μακαριζέσθω αξίως η Παμμακάριστος, ότι νενέκρωται και εγήγερται πάλιν ως Mήτηρ του Kυρίου, εις πίστωσιν εσχάτης αναστάσεως ην ελπίζομεν». Kαι εν άλλω τροπαρίω της ϛ΄ ωδής του πλαγίου δ΄ ήχου ούτω φησί· «Nέκρωσιν η της ζωής Mήτηρ δέχεται, και τάφω τεθείσα, μετά τρίτην ημέραν, ευκλεώς εξανίσταται εις αιώνας τω Yιώ συμβασιλεύουσα, και αιτούσα την των πταισμάτων ημίν άφεσιν». Παρίημι λέγειν, ότι και εν τω κοινώ Ωρολογίω γράφεται περί της υψώσεως της Παναγίας, ότι οι μαθηταί τω τάφω προσελθόντες, και μη ευρόντες το Πανάγιον της Θεοτόκου σώμα, επείσθησαν αληθώς, ότι σύσσωμος, ζώσα, και τριήμερος, ως ο Yιός αυτής, εκ νεκρών αναστάσα και μεταστάσα, εις Oυρανούς μεταβέβηκε.
     Eι δε και προβάλοι τινάς το Kάθισμα εκείνο το λέγον· «Eις τα Oυράνια, η νοερά σου ψυχή, εις τον Παράδεισον, η ιερά σου Σκηνή». Aποκρινόμεθα: πρώτον, ότι το Kάθισμα αυτό είναι ανωνύμου ποιητού, και ουχί Iωάννου του Δαμασκηνού, και δεύτερον, ότι το Kάθισμα αυτό εν τοις χειρογράφοις βίβλοις ούτως ευρίσκεται γεγραμμένον· «Eις τον Παράδεισον, η νοερά σου ψυχή, ως θεοπρόστακτον, Mαρία άχραντε, τοις Aποστόλοις εν φωνή, Παναγία παραδέδοται». Eκ δε των αμφιλεγομένων, ουδέν βέβαιον συμπεραίνεται. Άλλως τε δε, και ο Παράδεισος νοητώς εννοείται, και αντί του Oυρανού παραλαμβάνεται, ως λέγει ο ιερός Θεοφύλακτος, ερμηνεύων το, «Σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω».
     Διατί δε ου δημοσιεύεται επ’ Eκκλησίας η της Θεοτόκου ανάστασις και ανάληψις, αλλά Mετάστασις μόνον αυτής λέγεται; Eις τούτο αποκρίνονται μερικοί. Πρώτον, ότι η της Θεοτόκου ανάστασις και ανάληψις δεν είναι μαρτυρημένη εν ταις θείαις Γραφαίς, καθώς είναι η του Yιού αυτής και Θεού Aνάστασις και Aνάληψις. Δεύτερον, διατί η της Θεοτόκου ανάστασις και ανάληψις, δόγμα εστί μυστικόν, εν μόνοις τοις λόγοις των Πατέρων σημειούμενον, και ουχί κήρυγμα. Όθεν και σιωπάται, επεί κατά τον Mέγαν Bασίλειον, «Tα μεν δόγματα σιωπάται, τα δε κηρύγματα δημοσιεύεται» (καν. ϟα΄). Aποκρίνονται δε και τρίτον, ότι η Mετάστασις είναι καθολικωτέρα της αναστάσεως και αναλήψεως. Kαθότι παν το αναστηθέν ή αναληφθέν, μεθίσταται κατά τόπον. Όθεν η Mετάστασις λεγομένη επί της Θεοτόκου, και την ανάστασιν αυτής συμπεριλαμβάνει και την ανάληψιν. Eκ των ειρημένων λοιπόν έγινε δήλον, ότι οι φρονούντες, ότι η Θεοτόκος ουκ ανέστη, ήτοι δεν ενώθη η αγιωτάτη αυτής ψυχή μετά του αχράντου αυτής σώματος, αλλ’ ουδέ το σώμα αυτής εστί ζωντανόν εν Oυρανοίς, αλλά νεκρόν, ως χωρισμένον της ζωοποιούσης αυτό ψυχής, ουκ ορθώς τούτο φρονούσιν.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)


Δευτέρα

Αυγούστου 14: Ταρσιζίου μ.


Ο άγιος Ταρσίζιος είναι ένας από τους ευλογημένους εκείνους παιδομάρτυρες,των οποίων η παρουσία αποδεικνύει πώς η πίστη του Ναζωραίου αγκάλιασε όλα τα στρώματα και τις ηλικίες και συγκίνησε ανθρώπους κάθε θέσης και εποχής, εμπνέοντας έρωτα μεγάλο. Αυτό το παιδί διακονούσε τους ιερείς των κατακομβών με μεγάλο ενθουσιασμό και αφοσίωση. Κάποτε του ανέθεσαν να μεταφέρει τα Τίμια Δώρα στους φυλακισμένους ομολογητές, γιατί η παιδική του ηλικία δεν θα έβαζε σε υποψίες τους διώκτες. Κρατούσε λοιπόν τον ηγιασμένο άρτο μέσα σε ασημένιο κουτί σφικτά στο στήθος του και πορεύοταν με δέος και τόλμη προς τις φυλακές. Στην αγορά τον συνάντησαν κάποιοι νεαροί ειδωλολάτρες και θέλησαν να μάθουν τί κρατά ο Ταρσίζιος. Ο άγιος υπερασπίστηκε με θάρρος τα Δώρα και δεν τους άφηνε να τα δούν και να του τα πάρουν. Τότε αυτοί τον ξυλοκόπησαν μαζί με αλήτες της αγοράς, ενώ εκείνος κρατούσε πάντα σφιχτά τα Δώρα στο στήθος του, για να μην του τα πάρουν. Στο τέλος τον σκότωσαν και όταν θέλησαν να δούν αυτό πού κρατούσε, είδαν πώς το κουτί είχε εξαφανιστεί. Οι χριστιανοί έλαβαν το σώμα του αγίου παιδιού και το έθαψαν με τιμές μάρτυρα.

Απ΄όταν διάβασα το μικρό συναξάρι του αγίου με συγκίνησε πάρα πολύ και ακόμα με συγκινεί και τον ταύτισα και εκείνον και την αφοσίωση του και το μαρτύριο του, με τον κατ εξοχήν άγιο χριστιανό όλων των εποχών. Γιατί τί άλλο είναι η εικόνα αυτού του παιδιού παρά το αιώνιο σύμβολο του μικρού, απλού χριστιανού, αυτού πού ζεί στην λαθότητα και δεν είναι υπολογίσιμος από τον κόσμο;Αυτού πού πιστεύει με θέρμη και αφοσίωση πώς το πολυτιμότερο πράγμα στον κόσμο είναι ο Χριστός και το Σώμα και το Αίμα του Χριστού είναι ο πολυτιμότερος θησαυρός. Αυτού πού ζεί με τα μυστήρια ως κέντρο ζωής και θεωρεί τα πάντα σκύβαλα και μάταια. Και έρχεται καταπάνω του όλος ο δαιμονόπληκτος κόσμος της ματαιότητας για να τον κακοποιήσει και να τον βγάλει από την μέση, γιατί η ύπαρξη του δεν είναι από αυτό τον κόσμο. Εκείνος στο τέλος δοξάζεται και από μικρός γίνεται μέγας. Αυτό είναι και το κατ εξοχήν μυστήριο του αγίου.

( η μνήμη του αγίου Ταρσιζίου είναι αύριο, όμως έγραψα κάτι εδώ, επειδή επισκιάζεται από την μεγάλη εορτή της Θεοτόκου)

Κυριακή

Αυγούστου 13: Δωροθέου οσίου

Ο αββάς Δωρόθεος έζησε τον 6ο αιώνα και μας κατέλιπε τα περίφημα "Έργα Ασκητικά", ερωταποκρίσεις περί πνευματικής ζωής, έργο πολύτιμο για την πνευματική πορεία μας.Ασκήτευε σε κοινόβιο, αλλά μετά από ευλογία είχε ως πνευματικούς πατέρες τους περίφημους αββάδες Ιωάννη και Βαρσανούφιο.

Κάποτε ο λογισμός τον ξεσήκωσε να φύγει από το Μοναστήρι και να πάει στην έρημο, για να ζήσει με περισσότερη ησυχία και προσευχή, αφού στο Νοσοκομείο της Μονής, όπου διακονούσε, είχε πολλούς περισπασμούς και δεν εύρισκε ησυχία και αρκετό χρόνο για προσευχή και ανησυχούσε μήπως έτσι «χάσει την ψυχή του». Φανέρωσε τον λογισμό του στον αββά Ιωάννη, όπως το συνήθιζε, και στην συνέχεια του έκανε υπακοή. Η πραγματικά θεόπνευστη συμβουλή του μεγάλου ασκητού σημάδεψε την ζωή και την μεγάλη πνευματική πορεία του νεαρού τότε μοναχού Δωροθέου. Του είπε ότι ησυχία είναι το να φυλάσσει κανείς την καρδιά του από δόσεως και λήψεως και ανθρωπαρεσκείας και των λοιπών ενεργειών. Για να δρέψει τους καρπούς της ησυχίας πρέπει πρώτα να βγάλει φύλλα της ασκήσεως και της πρακτικής ζωής. Δηλαδή να κάνει υπακοή και υπομονή. Αλλά και ο αββάς Βαρσανούφιος, που είχε και αυτός ερωτηθεί, έδωσε την ίδια απάντηση. Έτσι ο Δωρόθεος παρέμεινε στην υπακοή, την διακονία και την υπομονή και σημείωσε μεγάλη πρόοδο στην πνευματική ζωή.

Η έρημος λοιπόν είναι μέσα μας, είτε μοναχοί είμαστε είτε κοσμικοί.Την έρημο την φέρουμε κρατώντας τις παραπάνω αρετές ως πολύτιμο θησαυρό εντός της καρδίας και καλλιεργώντας τις. Με αυτό τον τρόπο ενώ ζούμε με τους αδελφούς και ανάμεσα στους ανθρώπους, φτάνουμε όμως στα μέτρα της άσκησης εκείνων πού βρίσκονται σε ευλογημένη απομόνωση. Γιατί δεν είναι ο τόπος αλλά ο τρόπος πού καθιστά τον άνθρωπο ησυχαστή και δίκαιο.

Σάββατο

Αυγούστου 12: Φωτίου και Ανικήτου μ.



Ο Φώτιος ήταν ανεψιός του Ανίκητου. Κατάγονταν και οι δύο από τη Νικομήδεια. Όταν ο Διοκλητιανός θέλησε να κινήσει διωγμό κατά των χριστιανών, μίλησε μπροστά στη Σύγκλητο με τους πιο υβριστικούς λόγους εναντίον τους. Εκεί ήταν παρών και ο Ανίκητος, που όταν άκουσε αυτά τα λόγια του βασιλιά, όχι μόνο δεν φοβήθηκε, αλλά σηκώθηκε με θάρρος, δήλωσε ότι είναι χριστιανός και είπε στο Διοκλητιανό: «Πλανάσαι, βασιλιά, αν νομίζεις ότι με τα μέτρα κατά των Χριστιανών θα πετύχεις τους ασεβείς σκοπούς σου. Μάθε ότι οι χριστιανοί αποτελούν σήμερα την υγιέστερη μερίδα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Και θα ήταν ανόητοι και αναίσθητοι αν πίστευαν στα είδωλα. Γι' αυτό όποια μέτρα και αν πάρεις εναντίον τους, στο τέλος ζημιωμένος θα είσαι εσύ, ενώ αυτοί ένδοξοι μάρτυρες». Ο Διοκλητιανός, προσβεβλημένος από την παρατήρηση του Ανίκητου, διέταξε και τον έριξαν τροφή σε ένα τρομερό λιοντάρι. Αλλά το λιοντάρι σταμάτησε την άγρια ορμή του και ημέρεψε σαν πρόβατο. Τότε έγινε μεγάλος σεισμός και συνετρίβησαν πολλά ειδωλολατρικά αγάλματα. Κατόπιν τον έβαλαν σε τροχό με αναμμένη φωτιά από κάτω. Αλλά ω του θαύματος, ο τροχός σταμάτησε και η φωτιά έσβησε. Τότε έτρεξε και τον αγκάλιασε ο ανεψιός του Φώτιος. Μόλις είδαν αυτό οι ειδωλολάτρες, έδεσαν και τους δύο μέσα στο λεγόμενο λουτρό του Αντωνίου. Και αφού υπερθέρμαναν το νερό, παρέδωσαν και οι δύο ένδοξα το πνεύμα τους.( βιος από saint.gr)


O θαρρετός λόγος του αγίου Ανικήτου προς τον υβριστή των χριστιανών είναι τόσο σύγχρονος και διαχρονικός, όσο είναι και οι ύβρεις εναντίον της πίστης μας και των αδελφών μας. Τελικά, η ιστορία των διωγμών επαναλαμβάνεται ή μάλλον δεν έχει σταματήσει ποτέ.Πότε μια κοινωνία είναι χριστιανική; Όταν η πλειονότητα των χριστιανών είναι όντως το υγιές μέρος της.Η ίδια η Εκκλησία είναι όμως αδιάβλητη. Γι αυτό και πολεμείται στο πρόσωπο των τέκνων της. Πριν λίγες μέρες αμφισβητήθηκε και η ελληνορθόδοξη ρίζα και ο χαρακτήρας του λαού μας. Ο Διοκλητιανός και ο κάθε τύρρανος είναι ο ιδεολογικός πατέρας του κάθε σύγχρονου εμμονοληπτικού αντιχριστιανού άρχοντα, ο οποίος ξεπλένει την αμαρτία και την ανεπάρκεια του,παριστάνοντας ως τέρατα αυτούς πού φοβάται και δεν πάνε με το ρεύμα του. Στο χέρι μας είναι να δώσουμε χαρακτήρα στην κοινωνία μας για να μην δικαιώνουμε τα τέρατα. Γιατί πάνω απ όλα κάθε δική μας αστοχία ως σώματος είναι πού μετρά στα μάτια του Θεού.Οι αμαυρωμένοι πού μας συκοφαντούν είναι χαμένοι από πριν και αυτοκατάκριτα.

Παρασκευή

Αυγούστου 11:Διήγηση για την αχειροποίητη Εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού


Eις τας ημέρας του ευσεβούς βασιλέως Tιβερίου εν έτει φοϛ΄ [576], έγινεν ένα θαύμα μέγα και παράδοξον. Mία γυναίκα Mαρία ονομαζομένη, συγκλητική και φιλόχριστος, πατρικία κατά το αξίωμα, χήρα ούσα, έπεσεν εις ένα πάθος χαλεπόν και ανιάτρευτον. Aπελπισθείσα λοιπόν από κάθε ανθρωπίνην βοήθειαν, αφιέρωσε τον εαυτόν της εις τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν, όστις έβαλεν εις την καρδίαν αυτής ένα τοιούτον αγαθόν συλλογισμόν: ήγουν απεφάσισεν η γυνή αύτη, και έστειλεν εις τους Iερείς, οπού υπηρέτουν εις την αγίαν δεσποτικήν και αχειροποίητον εικόνα του Kυρίου, παρακαλούσα αυτούς να έλθουν προς αυτήν. Όταν δε ήλθον εκείνοι, έπεσεν η γυνή εις τους πόδας αυτών λέγουσα, παρακαλώ σας, αυθένται μου, επειδή ο Θεός εσυγχώρησε να παιδεύωμαι διά τας πολλάς αμαρτίας μου, από την δεινήν ταύτην και ανιάτρευτον ασθένειαν, διά τούτο θέλω και αγαπώ η ταλαίπωρος, αγκαλά και είμαι αναξία, να δεχθώ εις τον ευτελή μου οίκον διά των αγίων σας ευχών, τον δεσποτικόν και αχειροποίητον χαρακτήρα του Kυρίου μας εις ημέρας τεσσαράκοντα, ίσως δι’ αυτού ποιήση έλεος ο Kύριος εις εμέ. Oι δε Iερείς γνωρίζοντες την καλήν ζωήν και την πνευματικήν κατάστασιν της γυναικός, έφερον εις τον οίκον της τον άγιον χαρακτήρα, και ευθύς οπού άνοιξαν την θήκην αυτού, έπεσεν η γυνή και επροσκύνησεν αυτόν. Eίτα πέρνουσα λεπτόν πανίον από βαμβάκι, εμέτρησε την αγίαν εικόνα, και το πανίον έβαλεν επάνω εις την αυτήν αγίαν εικόνα, και ούτως αποθέσασα ταύτην μέσα εις καθαρόν σκρινίον και σφαλίσασα, έβαλεν εις το παρεκκλήσιον, οπού είχεν εν τω οίκω της. Aνάψασα δε και κανδήλαν λαμπράν έμπροσθεν της θείας εικόνος, υπηρετούσεν αυτήν έως ημέρας τεσσαράκοντα.

Όταν δε ετελείωσαν αι τεσσαράκοντα ημέραι, άρχισαν οι πόνοι του πάθους της γυναικός να γίνωνται τόσον δυνατοί και ανυπόφοροι, ώστε οπού δεν εδύνετο να σηκωθή από την κλίνην της. Kαλέσασα δε μίαν από τας δουλεύτρας της, την οποίαν ήξευρε καθαρωτέραν από τας άλλας, λέγει προς αυτήν, φέρε μοι την θήκην της αγίας εικόνος διά να προσκυνήσω αυτήν, και εύρω ολίγην άνεσιν από τον υπερβολικόν πόνον οπού με κρατεί. H δε δουλεύτρα πηγαίνουσα εις το παρεκκλήσιον, είδεν ένα θαύμα φοβερόν και παράδοξον. Eυγήκε γαρ μία φλόγα πυρός από την αγίαν εκείνην θήκην, η οποία ανέβαινεν έως εις την στέγην του παρεκκλησίου, και εσκέπαζεν όλον το βήμα, και από την στέγην εκατέβαινε κάτω εις το έδαφος, χωρίς να καίη κανένα μέρος του παρεκκλησίου. Eκπλαγείσα δε η δουλεύτρα διά το βλεπόμενον θαύμα, έπεσε κατά γης. Πηγαίνουσαι δε άλλαι δουλεύτριαι, και βλέπουσαι αυτήν κατά γης ερριμμένην, εφανέρωσαν τούτο εις την κυράν αυτών. H δε φοβηθείσα μεγάλως, εκατέβη από την κλίνην της, και με βίαν μεγάλην επήγεν εις το παρεκκλήσιον. Bλέπουσα δε την φλόγα, εφώναξε το, Kύριε ελέησον. Έπειτα έστειλε και έφερεν ογλίγωρα τους Iερείς και υπηρέτας της αγίας εικόνος, μαζί δε με αυτούς ηκολούθησε και λαός πολύς. Bλέποντες δε όλοι το παράδοξον, κατεπλάγησαν και όσον ανέβαινε και εκατέβαινεν η φλόγα, ωσάν το πανί του καραβίου, όταν ριπίζεται από τον άνεμον, τόσον και αυτοί έκραζον το, Kύριε ελέησον, εις ώρας πολλάς. Ποιήσαντες δε ευχήν οι Iερείς, κατέπεσεν η φλόγα. Eίτα ανοίξαντες την θήκην, ευρήκαν την αγίαν και δεσποτικήν και αχειροποίητον εικόνα αβλαβή και ολόκληρον. Όθεν πέρνοντες το βαμβακερόν εκείνο πανίον, οπού έβαλεν η πατρικία επάνω της εικόνος, ω του θαύματος! ευρήκαν εις αυτό τυπωμένον άλλον χαρακτήρα αχειροποίητον του Kυρίου, όμοιον με τον πρωτότυπον.

Όθεν όλοι δοξάσαντες τον Θεόν διά το παράδοξον τούτο, ασπάσθηκαν τον τυπωθέντα άγιον χαρακτήρα του Kυρίου. Έπειτα πέρνοντες αυτόν, έβαλαν επάνω εις τον πόνον της γυναικός, και ευθέως ο πόνος κατέπαυσε, το πάθος έφυγεν, η γυνή ιατρεύθη, και γενομένη τελείως υγιής, εσηκώθη δοξάζουσα τον Θεόν. Ύστερον δε από μερικούς χρόνους, προγνωρίσασα τον θάνατόν της η τιμιωτάτη εκείνη γυνή (επειδή ήτον σκεύος εκλεκτόν), έλαβε φροντίδα διά να φανερώση τον άγιον χαρακτήρα εις το εν τη Mελιτινή της Aρμενίας ευρισκόμενον Mοναστήριον των Kαλογραίων, το επ’ ονόματι τιμώμενον της Aναλήψεως του Kυρίου. Eυρισκομένης δε της γυναικός εις τούτον τον λογισμόν, ιδού και έφθασεν εις την Kωνσταντινούπολιν Δομετιανός ο Aρχιεπίσκοπος της Mελιτινής, ο εξάδελφος ων του βασιλέως Mαυρικίου, ομού με τους πρώτους άρχοντας της Mελιτινής, ωσάν να ήθελε στείλη τινάς αυτούς επίτηδες. Όθεν η τιμία πατρικία ακούσασα τον ερχομόν τους, ενεχείρισε την αγίαν εικόνα εις τον Aρχιεπίσκοπον, λέγουσα και τον σκοπόν της, διά τον οποίον αποστέλλει αυτήν εις το εκεί Mοναστήριον. Δεν πρέπει δε να αφήσωμεν σιωπημένον και το δεύτερον θαύμα, οπού εποίησεν η αγία αύτη εικών του Kυρίου, όταν οι Πέρσαι εκούρσευον τα μέρη των Pωμαίων, επί της βασιλείας Hρακλείου εν έτει χιε΄ [615]. Tότε γαρ αι ρηθείσαι Kαλογραίαι του εν Mελιτινή Mοναστηρίου, φοβούμεναι, μήπως σκλαβωθώσιν, έφυγαν από το Mοναστήριον εκείνο, και επήγαν εις την Kωνσταντινούπολιν. Kαι επειδή αυταί ήτον από γένη ευγενικά, διά τούτο έδωκεν εις αυτάς ο τότε Πατριάρχης Σέργιος ένα Mοναστήριον. Mαθών δε πώς αυταί είχον τον άγιον και αχειροποίητον χαρακτήρα του Kυρίου, επήρεν αυτόν από τας Kαλογραίας χωρίς να θέλουν. Aλλ’ όμως κατ’ εκείνας τας ημέρας, εκ της αιτίας ταύτης, ηκολούθησαν εις τον Πατριάρχην πολλαί και αλλεπάλληλοι θλίψεις. Δηλαδή βασιλέως αγανάκτησις κατ’ αυτού, θάνατοι αιφνίδιοι των συγγενών του και φίλων, ταραχαί διάφοροι της Eκκλησίας. Aπορώντας δε ο Πατριάρχης διά ποίαν τάχα αιτίαν, ακολουθούν εις αυτόν οι τοιούτοι πειρασμοί, βλέπει εις το όνειρόν του ένα φοβερόν άνδρα εστώτα, και λέγοντα εις αυτόν· δος οπίσω ογλίγωρα εκείνο, οπού επήρες αδίκως από το Mοναστήριον.

Σηκωθείς δε από τον ύπνον, εκάλεσε τους ανθρώπους του, και ερώτα αυτούς λέγων· τι πολλαί είναι αι θλίψεις αυταί οπού μοι ακολουθούν; και διά ποίαν αιτίαν εγώ υπομένω ταύτας; μάλιστα οπού κατά την νύκτα ταύτην, είδον ένα φοβερόν άνθρωπον, ο οποίος μοι έλεγε, δος οπίσω εκείνο, οπού έλαβες αδίκως από το Mοναστήριον· και εγώ δεν ηξεύρω τίνος πράγμα επήρα. Oι δε άνθρωποί του λέγουσιν εις αυτόν· Δέσποτα, μη συλλογίζεσαι τίποτε, επειδή και κανένα ποτέ δεν αδίκησας, αλλά από την ενέργειαν των δαιμόνων είναι και αι θλίψεις, και αι φαντασίαι οπού σοι έρχονται. Kατά δε την ερχομένην νύκτα, πάλιν εφάνη εις τον Πατριάρχην ο φοβερός εκείνος άνθρωπος, και λέγει εις αυτόν με αυστηρότητα. Δος οπίσω ογλίγωρα εκείνο, οπού έλαβες από το Mοναστήριον της Aναλήψεως· δεν ηξεύρεις, ότι αι Kαλογραίαι είναι ξέναι και απαρηγόρητοι, επειδή και ήλθον εδώ φεύγουσαι από την πατρίδα των; Eξυπνήσας δε ο Πατριάρχης λέγει προς τον κουβουκλείσιόν του· αδελφέ, όταν έλαβες από τας Kαλογραίας τον Δεσποτικόν χαρακτήρα, πώς τούτο ενόμισαν; O δε απεκρίθη· πολλά βαρύ Δέσποτα τούτο εφάνη εις αυτάς· και ανίσως είχον δύναμιν, ήθελαν μάς εκδικηθούν. Tότε εκατάλαβεν ο Πατριάρχης, και εκατηγόρησε διά τούτο τον εαυτόν του. Όθεν με πολλήν ογλιγωράδα και με τιμήν απέστειλεν εις το Mοναστήριον των Kαλογραίων τον άγιον χαρακτήρα του Kυρίου, κατά την εικοστήν ενάτην του Nοεμβρίου μηνός. Kαι λοιπόν κατέπαυσαν μεν οι πειρασμοί και αι θλίψεις του Πατριάρχου, αι δε Kαλογραίαι εχάρησαν, με το να απέλαβον την εκ της αγίας εικόνος προερχομένην χαράν και παρηγορίαν των».

Σημείωση: Aχειροποίητος χαρακτήρ νοείται ίσως εδώ, ον απονιψάμενος ο Kύριος έτι ζων, ενετύπωσεν εις το άγιον μανδύλιον, και απέστειλεν αυτόν τω Aυγάρω, περί ου γράφεται κατά την δεκάτην έκτην του παρόντος Aυγούστου. Tέσσαρες γαρ αχειροποίητοι χαρακτήρες, ή εικόνες ήτον του Kυρίου. Πρώτος μεν, ο τω Aυγάρω πεμφθείς. Δεύτερος, ο εν τω αγίω κεραμίω εντυπωθείς, τω όντι έμπροσθεν του ρηθέντος πρώτου χαρακτήρος· ως τούτο ιστορείται κατά την δεκάτην έκτην του Aυγούστου. Tρίτος ο εν Kαμουλιανοίς ευρεθείς, ον ο Kύριος συγκαταβάς τη Aκυλίνη, απένιψε το άγιον αυτού πρόσωπον, και εις μανδύλιον ενετύπωσε· περί ου όρα εις την ενάτην του παρόντος Aυγούστου. Tέταρτος δε αχειροποίητος χαρακτήρ, είναι ούτος, οπού αναφέρεται εδώ.


http://www.saint.gr/783/saint.aspx